Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2019

"Σεξουαλική επιθυμία και έρωτας..." από τον φίλο στο fb Giannis Smoilis (facebook, 12/1/2019)

...............................................................


 Η σεξουαλική επιθυμία και ο έρωτας...







από τον φίλο στο fb Giannis Smoilis (facebook, 12/1/2019)

Η διάκριση που επιχειρεί ο Κούντερα στην "Αβάσταχτη ελαφρότητα του Είναι", ανάμεσα στη σεξουαλική επιθυμία και τον έρωτα, είναι νομίζω ένα απ' τα πιο γοητευτικά θέματα του αριστουργήματός του. Στην εποχή μας, αυτά τα δύο συγχέονται διαρκώς. Ο Κωστής Παπαγιώργης, σ' ένα απόσπασμα του "Περί Μέθης", λέει πως είναι άλλο πράγμα ο ερωτευμένος κι άλλο ο "καθ' έξιν φουστανάκιας". Επ' αυτού τοποθετείται και ο Κούντερα με την ιστορία του (μάλιστα ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, είναι ταυτόχρονα και τα δύο: μόνο που αυτές οι δύο υπαρξιακές πραγματικότητες παρουσιάζονται αυστηρά διαχωρισμένες μέσα στην ψυχή του). Μπορεί η παλιά αντίθεση σώματος και ψυχής που ενέπνευσε για αιώνες τη δυτική φιλοσοφία και τις θρησκείες, στις μέρες μας να φαίνεται εντελώς ξεπερασμένη, δεν παύει όμως να ισχύει το γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι ένα ον, την ίδια στιγμή, φυσικό και μεταφυσικό. Η υλική του διάσταση, δηλαδή το κορμί του, το προμηθεύει με ορισμένες ανάγκες: πρέπει να τρώει, πρέπει να κοιμάται, πρέπει και να ζευγαρώνει. Η ερωτική ενόρμηση πηγάζει από βιολογικές αναγκαιότητες, αυτές την αιτιολογούν σ' ένα πρώτο επίπεδο. Από εκεί και έπειτα, όμως, υπάρχει εξέλιξη, διαλεκτική ανάπτυξη. Η συνείδηση είναι ένα φαινόμενο που οφείλεται στο σώμα, παραμένει πάντα εξαρτημένη απ' αυτό, αλλά στην πορεία δημιουργεί το δικό της βασίλειο: γεννάει έναν εαυτό, ένα συγκεκριμένο υποκείμενο. Το σώμα επιθυμεί το σώμα, όπως συμβαίνει και με τα ζώα. Η συνείδηση, όμως, δεν ικανοποιείται όπως το κορμί, ούτε τόσο απλά, ούτε τόσο άμεσα. Έχει χαράξει έναν άλλο δρόμο, λαβυρινθώδη και πολύπλοκο. Απ' την ανάγκη του κορμιού, δηλαδή απ' την υλική βάση, φτιάχνει μια μεταφυσική απαίτηση, όπως ο ποιητής φτιάχνει το ποίημά του, τη δική του μεταφυσική απαίτηση, απ' το υλικό αφηρημένων συμβόλων όπως είναι τα γράμματα και οι συνδυασμοί τους: οι λέξεις.
Εν ολίγοις, ο Κούντερα διαπιστώνει ότι με τον έρωτα, υπερβαίνουμε τη σεξουαλικότητα προς μια άλλη διάσταση επιθυμίας. Είναι γνωστό ότι πολλοί μυστικιστές ( ο Άγιος Ιωάννης του Σταυρού, για παράδειγμα), περιέγραψαν την έκσταση, την επαφή με τον Θεό, με όρους ερωτικούς, χρησιμοποιώντας μια, σχεδόν, σεξουαλική φρασεολογία. Το να είσαι ερωτευμένος, σημαίνει να επιθυμείς μαζί με όλο σου τον εαυτό, με κάθε κύτταρο του κορμιού σου, κάτι που ξεπερνάει το σώμα και τους φυσικούς του περιορισμούς. Σημαίνει ότι θες να είσαι κάτι παραπάνω από τον εαυτό σου, κάτι πληρέστερο και πιο δυνατό. Ο αγαπών, μεγαλύνεται απ' τον έρωτά του, σε κάθε επίπεδο, το ίδιο κι ο αγαπώμενος. Για όσο διαρκεί όλο αυτό, ο ερωτευμένος γίνεται, χωρίς να το γνωρίζει, ποιητής και μυστικιστής μαζί. Δεν υπάρχει σπαρακτικότερη δικαίωση του ανθρώπου, στην πυκνότητα και το αβυσσαλέο βάθος του, από τον έρωτα. Αγαπώ, σημαίνει μετατρέπω ένα ον που δεν είναι εγώ, σε πυρήνα της πραγματικότητας και φορέα μεταφυσικού νοήματος. Αυτή η σάρκα που νομοτελειακά θα γεράσει και θα μαραθεί, αυτά τα μάτια που κάποτε μοιραία θα κλείσουν για να μην ανοίξουν ξανά, γίνονται σύμβολα της αιωνιότητας. Υπάρχουν τόσο έντονα, τόσο απαιτητικά, που δημιουργούν μια υπερπληρότητα πραγματικότητας. Η στιγμή όπου παρουσιάζονται ακινητοποιεί τον χρόνο. Ο ερωτευμένος είναι ένας εν δυνάμει αθάνατος. Βλέπει τα πράγματα υπό ένα άχρονο πρίσμα, δεν ξέρει την φθορά, ξεχνάει την κίνηση και την αλλοίωση. Απορροφάται από μια άλλη ύπαρξη, την οποία ποθεί να γνωρίσει σε ολόκληρη τη χαοτική της έκταση (γιατί όλοι μας είμαστε χαοτικοί). Απ' τους περισσότερους ανθρώπους που συναντάμε στη ζωή μας, δεν γυρεύουμε παρά λίγα πράγματα: αυτά που μας τους κάνουν ευχάριστους, κυρίως. Τα προβλήματά τους, τα σκοτάδια τους, τα ελαττώματα τους θέλουμε να τα κρατήσουν για τους εαυτούς τους, να μη μας βαρύνουν μ' αυτά. Όταν ερωτευόμαστε, όμως, τα ζητάμε όλα, χωρίς καμία εξαίρεση: όλο το φως κι όλο το σκοτάδι, τα πάντα, χωρίς διακρίσεις. Γιατί ο έρωτας, όπως λέει ο Νίτσε, συμβαίνει πέρα απ' το Καλό και το Κακό. Αγκαλιάζει έναν άνθρωπο όπως είναι, σαν ένα αξεδιάλυτο κράμα ελπίδας και απελπισίας, μεγαλείου και ποταπότητας, ομορφιάς και ασχήμιας, και τον αποδέχεται. Σ' αυτό βρίσκεται η ποίησή του, σ' αυτό και η μεταφυσική του διάσταση.
Ο Κούντερα, λοιπόν, έχει δίκιο κόντρα στον Βάρναλη. Υπάρχει εκείνη η, κατά τα άλλα πολύ διασκεδαστική, ιστορία (την έχω αναφέρει και στο παρελθόν) σύμφωνα με την οποία, ένας φέρελπις νέος που επιδιδόταν στη δημιουργία στίχων, πήγε στον μεγάλο δάσκαλο μια συλλογή του με ερωτικά ποιήματα για να του πει ο Βάρναλης τη γνώμη του. Ο Βάρναλης την διατρέχει εν τάχει κι έπειτα γυρίζει και λέει στον νεαρό: "αγόρι μου, βρες μια γυναίκα να γαμήσεις". Η άποψη του Βάρναλη δεν στερείται ενδιαφέροντος και, αναμφίβολα, η εμπειρία βάζει πολλά πράγματα στη θέση τους και διαλύει τις ιδεαλιστικές ψευδαισθήσεις της νεότητας σε σχέση με τα "μεγάλα συναισθήματα". Ίσως ο μεγάλος μας ποιητής να κατάλαβε ότι ο πιτσιρικάς δεν είχε ιδέα ακόμα από ζωή και πως χρειαζόταν μια γερή δόση πραγματικότητας να του ξεθολώσει το μυαλό. Όμως σ' έναν πραγματικό ερωτευμένο, σ' έναν ώριμο άνθρωπο που ερωτεύεται, η συγκεκριμένη συμβουλή δεν μπορεί να φέρει κανένα απολύτως αποτέλεσμα. Όταν η σάρκα χορταίνει, σταματά να απαιτεί. Είναι ολιγαρκής και της λείπει η φαντασία. Η συνείδηση, όμως (και όλο το παιχνίδι στον έρωτα, παίζεται εκεί: στη συνείδηση και -φυσικά- στο ασυνείδητο), δεν ικανοποιείται ούτε τόσο απλά, ούτε τόσο εύκολα. Για να το πω αλλιώς: όταν κάνει κανείς σεξ απλώς και μόνο από καύλα, όλα τελειώνουν εκεί, θέλει να φύγει και να ξαναβρεί τον εαυτό του. Όταν κάνει σεξ από έρωτα, θέλει να μείνει και να χάσει τον εαυτό του μέσα στον Άλλο: όλα αρχίζουν από εκεί.

Δεν υπάρχουν σχόλια: