Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2016

[Το δίλημμα των «Ουγενότων»] γράφει ο Αϊβαλιώτης, Αριστοτέλης (http://ekyklos.gr, 23/1/2016)

.........................................................


Το δίλημμα των «Ουγενότων»

γράφει ο  Αϊβαλιώτης, Αριστοτέλης

http://ekyklos.gr, 23/1/2016

 




Ο 16ος αιώνας ήταν μία εποχή θρησκευτικών πολέμων στην Γαλλία. Η θρησκευτική μεταρρύθμιση του Λούθηρου είχε βρει πολλούς οπαδούς, οι οποίοι υπό τον γενικό τίτλο των Ουγενότων αγωνίστηκαν ενάντια στη βασιλική εξουσία που είχε την σφραγίδα της καθολικής χριστιανοσύνης και του Πάπα.
Διάσημη έχει μείνει στην ιστορία η «νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου», όταν έγινε μία προσπάθεια συνδιαλλαγής μεταξύ Ουγενότων και Καθολικών, με τον γάμο του ηγέτη των Ουγενότων με την κόρη του βασιλιά, η οποία κατέληξε σε σφαγή των καλεσμένων Ουγενότων. Ο εμφύλιος πόλεμος συνεχίστηκε μέχρι που από καπρίτσιο της τύχης ο ηγέτης των Ουγενότων έμεινε ο μόνος διεκδικητής του θρόνου, λόγω συγγενείας. Ανέβηκε στον θρόνο της καθολικής Γαλλίας σαν Ερρίκος ο Δ’, αλλάζοντας την πίστη του και ασπαζόμενος τον καθολικισμό, λέγοντας στους οπαδούς του «Το Παρίσι αξίζει μία (καθολική) λειτουργία».
Προσπάθησε να θεραπεύσει τα τραύματα του εμφυλίου κηρύσσοντας την ανεξιθρησκεία, με το περίφημο «Έδικτο της Νάντης», πρόωρα από την εποχή του, όπως φάνηκε με την δολοφονία του λίγο αργότερα από έναν φανατικό, αλλά και από την ανάκληση του διατάγματος της ανεξιθρησκείας από τους διαδόχους του. Λίγο μετά ακολούθησε ο Τριακονταετής πόλεμος που ρήμαξε όλη την Ευρώπη.
Δεν αρκεί να φυτέψεις μία νέα, διαφορετική, κεφαλή σε ένα κοινωνικό σώμα, για να αρχίσει αυτό να φέρεται διαφορετικά.
Αν κάτι μαθαίνουμε από την Ιστορία είναι ότι δεν αρκεί να φυτέψεις μία νέα, διαφορετική, κεφαλή σε ένα κοινωνικό σώμα, για να αρχίσει αυτό να φέρεται διαφορετικά. Μπορεί το «μπόλι» να επηρεάζει το δέντρο, να του επιφέρει αλλαγές, αλλά αυτό γίνεται σε βάθος χρόνου, όταν ωριμάσουν και άλλες συνθήκες.
Αν κάτι μαθαίνουμε από την Ιστορία είναι ότι οι αλλαγές είναι πολυπαραγοντική υπόθεση και δεν αρκεί η θέληση, ο βολονταρισμός, ενός η περισσοτέρων, πάντως λίγων, ανθρώπων.
Τα σκέπτομαι αυτά καθώς παρακολουθώ, με ιδιαίτερη ικανοποίηση είναι η αλήθεια, την πρόσφατη αλλαγή ηγεσίας στη Νέα Δημοκρατία και τις ελπίδες που επενδύονται από διάφορες κατευθύνσεις στο νέο αρχηγό τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η ικανοποίηση μου προέρχεται από την ατζέντα που παρουσίασε, που εντοπίζει τις σωστές προτεραιότητες για την χώρα, την ανάγκη έμπνευσης των δυναμικών τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας, της ιδιωτικής οικονομίας, ώστε να γίνουν νέες επενδύσεις και να αντιστραφεί ο φαύλος κύκλος της ύφεσης που μας έχει φέρει σε πολλαπλά αδιέξοδα. Τον αναγνωρίζω σαν σύμμαχο, ας πούμε σαν Ουγενότο μεταρρυθμιστή, για να επιστρέψω στο ιστορικό παράδειγμα.
Έναν Ουγενότο που είναι αναγκασμένος να ασπαστεί τον Καθολικισμό, προκειμένου να κατακτήσει την Νέα Δημοκρατία. Και να την κρατήσει ενωμένη.
Η Νέα Δημοκρατία δεν μπορεί να αλλάξει εύκολα.
Γιατί η Νέα Δημοκρατία δεν μπορεί να αλλάξει εύκολα. Η μέχρι τώρα πορεία της συσπείρωσε μεγάλο μέρος των οπαδών του μεγάλου, του πελατειακού κράτους, η δομή της είναι φεουδαρχική, εκφραζοντας την τεμαχισμένη και συντεχνιακή κοινωνική μας οργάνωση, η πολιτική της δε έχει μεγάλη ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση της χώρας.
Μία Νέα Δημοκρατία τέλος η οποία συσπειρώθηκε γύρω από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όχι τόσο λόγω του μεταρρυθμιστικού του μηνύματος αλλά γιατί την ενέπνευσε η στρατηγική που πρότεινε, της ασυμβίβαστης σύγκρουσης με το κυβερνητικό στρατόπεδο, με το Συριζα και τους συμμάχους του. Την άγγιξε η πρόταση μιας ολοκληρωτικής αντιπολίτευσης που σε σύντομο χρόνο θα τη ξανακάνει κυβέρνηση, αφήνοντας πίσω τα σενάρια συγκυβέρνησης που καλλιεργήθηκαν από διάφορους κύκλους κατά τους δύο τελευταίους μήνες.
Στον χώρο των άλλων κομμάτων και κινήσεων της μεταξύ ΝΔ και Συριζα αντιπολίτευσης βασιλεύει η αμηχανία. Πρέπει άραγε να συσπειρωθούμε γύρω από την ΝΔ του Κυριάκου, προτείνουν μερικοί; Ή πρέπει να φτιαχτεί μία συμμαχία της «κεντροαριστεράς» όπως προτείνει η Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, αφού κατά την σχολή αυτή υπάρχει «άβυσσος» με τις απόψεις του Μητσοτάκη; Και άλλες πολλές ενδιάμεσες πινελιές.
Η απάντηση θα εξαρτηθεί από αρκετούς παράγοντες που δεν είναι ακόμη ξεκάθαροι. Οι επόμενες κινήσεις του νέου αρχηγού για παράδειγμα θα δείξουν αν θα ελέγξει το κόμμα του, ή αν το κόμμα του θα ελέγξει αυτόν. Θα φανεί ποιές δυνάμεις θα τραβηχτούν προς την δική του ελκτική δύναμη. Επίσης η αντίδραση του Συριζα στην διακηρυγμένη επιθυμία του νέου αρχηγού να μετακινηθεί προς το Κέντρο θα έχει την αξία της. Θα κάνει και το Συριζα προσπάθεια να μετακινηθεί προς την Κεντροαριστερά; Θα καταφέρει το Ποτάμι να αθροίσει αρκετές δυνάμεις που θα του επιτρέψουν μία αυτόνομη πορεία;
Η απάντηση προπάντων εξαρτάται από την σωστή εκτίμηση των εξελίξεων που αφορούν την πορεία του ελληνικού προγράμματος χρηματοδοτικής στήριξης, από την αξιόλογηση της ελληνικής οικονομίας και από την υλοποίηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από το μνημόνιο του Αυγούστου.
Θα υπάρξει τεράστια πίεση για μοίρασμα της ευθύνης υλοποίησης των μέτρων με μία μορφή συγκυβέρνησης Συριζα – ΝΔ.
Αυτή τη στιγμή η χώρα βρίσκεται σε ένα αβέβαιο μέλλον καθώς η κυβέρνηση αδυνατεί από ότι δείχνουν τα πράγματα να υλοποιήσει αυτά που υπέγραψε. Είναι φανερό ότι οι εταίροι μας εξαρτούν τα πάντα από την συμμετοχή του ΔΝΤ, το οποίο για την συμμετοχή του θέτει όρους την επίλυση του ασφαλιστικού, την κάλυψη της επερχόμενης νέας δημοσιονομικής τρύπας για το 2016, αλλά και την αναδιάρθρωση του χρέους. Αφήνοντας στην άκρη την αναδιάρθρωση του χρέους που είναι υποχρέωση των Ευρωπαίων πιστωτών μας και έπεται έτσι και αλλιώς των δικών μας υποχρεώσεων, η τήρηση των όρων που θέτει το ΔΝΤ συνεπάγεται νέα σκληρά μέτρα, σχεδόν αποκλειστικά στο σκέλος των δαπανών. Οι μειώσεις των συντάξεων δεν μπορούν να αποφευχθούν.
Είναι απίθανο να δεχθεί ο Συριζα να πάρει επάνω του το σύνολο της ευθύνης για τα επώδυνα αυτά μέτρα. Είναι άλλο τόσο απίθανο να φανούν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας αρκετά αδιάφοροι για την υλοποίηση τους, μετά από το τραυματικό 2015 και την τεράστια επένδυση που έχουν κάνει μέχρι τώρα για να βοηθήσουν την Ελλάδα. Είναι μάλλον χλωμό να περιμένουν να ωριμάσει ο δικός μας πολιτικός κύκλος, να φθαρεί η κυβέρνηση, να γίνουν εκλογές, να έλθει η ΝΔ για να βγάλει τα κάστανα από την φωτιά.
Το πιο ρεαλιστικό σενάριο είναι ότι θα υπάρξει μία πίεση, τεράστια πίεση, για μοίρασμα της ευθύνης υλοποίησης των μέτρων, με μία μορφή συγκυβέρνησης Συριζα – Νέας Δημοκρατίας. Ίσως θα περάσουμε λίγο καιρό, μερικούς μήνες ακόμη, μέχρι η πίεση να γίνει αφόρητη και να υλοποιηθεί μία κυβερνητική συνεργασία.
Ίσως θα είναι καλό για την χώρα να θάψουμε οριστικά τα τσεκούρια του πολέμου, την μανιχαϊστική πάλη του «φωτός και του σκότους».
Γιατί πρέπει να αντιληφθούμε ότι το Συριζα και οι σύμμαχοι του, πέρα από μία τεράστια ανικανότητα, ένα γενικό έλλειμμα παιδείας, μία αποκρουστική χρήση του ψεύδους που τους χαρακτηρίζει, εκφράζουν μία κοινωνική πραγματικότητα, μία πλειοψηφία η οποία όχι μόνο δεν μπορεί να αντιληφθεί τους κανόνες του παιχνιδιού σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, όχι μόνο εξακολουθεί και είναι θυμωμένη και αποσβολωμένη από την πολυετή κρίση που την χτύπησε, αισθάνεται παράλληλα ότι δεν έχει να κερδίσει τίποτε από τις προτεινόμενες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις.
Αυτά δεν θα εξαφανιστούν αν πέσει απλά ο Συριζα από την εξουσία, γιατί δεν είναι ζήτημα απλής και μόνο λογικής το πως ο κάθε ξεχωριστός άνθρωπος αντιλαμβάνεται το δικό του συμφέρον.
Αναζητείται η κοινωνική βάση, το πρόγραμμα, οι φορείς, που θα δημιουργήσουν το έδαφος για ένα νέο συνθετικό πολιτικό πόλο, που θα ενώσει τον μεταρρυθμιστικό χώρο.
Αν λοιπόν όπως επιτάσσει ένα τέτοιο σενάριο έχουμε, σχετικά σύντομα, συγκυβέρνηση, η βασική στρατηγική Μητσοτάκη για «ολοκληρωτικό πόλεμο» στην κυβέρνηση Συριζα – Ανελ, ανατρέπεται. Θα βρεθεί να εισπράττει και αυτός μέρος της φθοράς που θα επιφέρουν τα μέτρα, με αποτέλεσμα να απειλείται σοβαρά μία μελλοντική αυτοδυναμία του.
Μία πιθανή συγκυβέρνηση μπορεί να φθείρει τους εταίρους με διαφορετική κατανομή, μπορεί ενδεχομένως η Νέα Δημοκρατία να φθαρεί λιγότερο, να προηγηθεί στις προτιμήσεις της κοινής γνώμης, αλλά μάλλον δεν θα έχει αρκετή υποστήριξη για να κυβερνήσει μόνη της σε βάθος χρόνου, όταν κάποτε, μοιραία, θα ξαναγίνουν εκλογές. Άλλωστε όλα δείχνουν ότι ο Συριζα θα φροντίσει να ρίξει νωρίς το «Πάρθιο βέλος» του, θα αλλάξει τον εκλογικό νόμο ώστε τα πράγματα να οδηγηθούν αναγκαστικά σε κυβερνήσεις συνεργασίας.
Με δεδομένη την κοινωνική πλειοψηφία του «Όχι», αλλά και τα έτοιμα σημερινά σχήματα στα αριστερά του, ο Συριζα θα έχει και στο μέλλον πρόθυμους συμμάχους για κυβερνητικό συνασπισμό, ακόμα και αν η κυβερνητική του εμπειρία σήμερα οδηγεί πολλούς «στα κάγκελα».
Η Νέα Δημοκρατία θα χρειαστεί και αυτή συμμάχους, αν θέλει να δημιουργήσει έναν εναλλακτικό στην «Αριστερά» (ή, την μελλοντική «Κεντροαριστερά») συνασπισμό εξουσίας.
Η αξία των συμμάχων, αλλά και η δυνατότητα να δυναμώσουν αυτοί χωριστά, θα γίνει πιο προφανής αν υλοποιηθεί το σενάριο της συγκυβέρνησης.
Αναζητείται η κοινωνική βάση, το πολιτικό πρόγραμμα, οι φορείς, που μπορούν να δημιουργήσουν το έδαφος για ένα νέο συνθετικό πολιτικό πόλο, που θα πετύχει να ενώσει τον μεταρρυθμιστικό χώρο και να δημιουργήσει τις συναινέσεις για το «δικό μας μνημόνιο», τις αλλαγές εκείνες που θα κινητοποιήσουν τις δυνάμεις της ιδιωτικής οικονομίας , αλλά και να τις επιβάλλουν με τους κατάλληλους συμμάχους.
Μόνο ένα σχήμα μπορεί να υπάρξει στο Κέντρο, αθροίζοντας όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις των προοδευτικών ανθρώπων.
Ίσως το μεγαλύτερο εμπόδιο προέρχεται από τις οργανωμένες δυνάμεις που είναι υποψήφιες για συμμετοχή σε μία τέτοια σύνθεση, κυρίως από το Πασοκ – Δημοκρατική Συμπαράταξη και το Ποτάμι, αφού οι σχεδιασμοί τους, αλλά και η στρατηγική τους διαφέρει, ενώ παράλληλα έχει «χυθεί αίμα» ανάμεσα στα στελέχη και οι προσωπικές ατζέντες κυριαρχούν.
Θα μπορούσε κανείς, πριν, να ευλογήσει μία ανεξάρτητη πορεία και πολιτικό ανταγωνισμό από διάφορες κινήσεις και κόμματα, καθώς η προηγούμενη περίοδος ήταν γενικά εποχή διάσπασης και αποσυσπείρωσης. Όχι όμως πια. Η σημερινή συγκυρία, όπου οι μονομάχοι συγκλίνουν στο Κέντρο, όπου τα ψέμματα τελείωσαν, όπου τα προβλήματα οδηγούν σε μονοσήμαντες, επείγουσες, λύσεις, οδηγεί σε σύνθεση και συνεργασία.
Μόνο ένα σχήμα μπορεί να υπάρξει στο Κέντρο, αθροίζοντας όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις των προοδευτικών ανθρώπων που θέλουν την Ελλάδα να γίνει ένα κανονικό Ευρωπαϊκό κράτος. Και αυτό το σχήμα πρέπει να υπάρξει, γιατί θα προσφέρει σταθερότητα στο πολιτικό σύστημα και κατάλληλη κατεύθυνση στην χώρα.
Η πρώτη προϋπόθεση είναι να συμφωνήσουν όλοι σε αυτό. Η δεύτερη είναι να αναγνωρίσουν όλοι όλους, μαζί με τα δικαιώματα των απόψεων και των «σημαιών» τους, αλλά χωρίς τα συγκροτημένα παλιά τους σχήματα. Και χωρίς δικαιώματα παλαιών ιεραρχιών και ιερατείων. Για να κτιστεί, πριν από όλα, εμπιστοσύνη, αλλά και για να βγουν μπροστά νέες δυνάμεις και φορείς απόψεων.
Αν θα γίνει έτσι, δεν είναι καθόλου σίγουρο, αλλά καλό θα ήταν να γίνει, γρήγορα.
Ο πολιτικός χρόνος τρέχει πλέον με ιλιγγιώδη ταχύτητα.

* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: François Dubois (1529–1584), Saint Bartholomew's Day Massacre

Δεν υπάρχουν σχόλια: