.............................................................
Γιάννης Δάλλας (1924 - 2020)
...4
Όταν ξυπνήσαμε ούρλιαζε από παντού η φωνή:
Μιλείστε πιο σιγά Προχωρείτε στα νύχια
σας Ξυστά κάτω απ' τους τοίχους και τις
μακρινές αφίσες Εκεί που δείχνει ο δείχτης
σε σταθμούς και γήπεδα μεταγωγής Αρχί-
ζει η προγραφή Να μην αναληφθεί κανείς
Στα πόδια τ' όνομά σας Αποθέσατε
Τα ρούχα θα τα βρείτε απέναντι στην άλλη ακτή
Απέναντι ένας πεζοναύτης φάντασμα περιπο-
λούσε τις ακτές
Σε κάθε δίχτυ ανεστραμμένοι δρόμοι δάση των
χεριών
Βλέπετε αυτούς τους πλοκαμούς είν' οι συντρό-
φοι σας
Κι αυτά τα γύψινα εκμαγεία μες στα φύκια
Ή ποδοπατημένα από τυφλά συντάγματα
Μες στις οπλές - δεν τους αναγνωρίζετε;
Οι αρχηγοί σας καταποντισμένοι.
...7
Γύρευα πόρτες
Ποια πόρτα;
Όλες δικές μου κι άξαφνα ανάρπαστες
Κι απ' τις παρόδους ν' ακούγεται η διαδήλωση
Κι εγώ παραπαίοντας με τους συντρόφους
τυφλούς
Στενεύοντας τα βήματά μας σε λίγα τετραγω-
νικά
Κι ύστερα ο ορίζοντας συρματόπλεγμα
Σαν τους ιστούς μιας αράχνης ακίνητης μες
στο φως.
...12
Πώς να περιγράψω αυτή την πλατεία;
Άλλοτε τόπος θερινών αντεγκλήσεων
Τώρα σκοποβολής -
Αλλοιωμένοι πηγαίνομε κάθε πρωί
Βασανιστές και βασανιζόμενοι
Χωρίς να βλέπομε την αλλαγή
Χωρίς αιδώ που θα 'λεγε ο ποιητής
Καμμιά αμφιβολία εννοείται
Πως εμείς είμαστε τα τεκταινόμενα
Κάθε πρωί με καινουργή προσωπεία
Η άλωσή μας έγινε Αενάως θα γίνεται
Σ' αυτά τα τετράγωνα.
13
Ζω σε μια αλλοιωμένη γη
Κάθε πρωί ένας μαδημένος σκύλος στρίβει το
κλειδί ανοίγει την πόρτα μου και παίρνει τους
δρόμους Καλημερίζει τους άλλους σκύλους
χωρίς να ρωτά αν είναι της ράτσας του Είναι
όλοι τους κουρεμένοι κι αυτός βιάζεται να φτά-
σει στο μαγαζί του όπως παλιότερα στους
σκουπιδότοπους.
...15
Κάποιος χαμήλωσε τα φώτα κι έδωσε το σύν-
θημα ν' αρχίσει η μουσική
Ποια μουσική;
Αυτός ορκίστηκε πως άκουσε σαξόφωνα ο άλ-
λος ουρλιαχτά σφαγείου
Σαν κατεβήκαμε τη σκάλα αναγνωρίσαμε τη
μοίρα μας σ' αντήχηση παλίνδρομη
Άλλαξε μόνον ο ρυθμός πιο νευρικά τα πρό-
σωπα στις σκάλες και τους διαδρόμους
Ντοπαρισμένα ως τα κατώγια του άλλου κόσμου
Κι απάνω στα υπερώα οι χρυσοποίκιλτοι
Καθένας με μια κούκλα νεωτερισμού
στην αγκαλιά του.
...25
Σκαιές πύλες
Απ' ολομέλεια σ' ολομέλεια
Η ζωή σκοτεινιάζει
Κι ο ποιητής
Πώς να ηλεκτρίσει τα πλήθη
Αδελφοί λέγει περάσαμε
Τις Σκαιές πύλες
Όμως πού είν' εκείνη που μου 'ταξες
Πού είναι η αναμενόμενη;
Ο ποιητής άναυδος στην εξέδρα
Μισός χλιμίτρισμα
Μισός ιαχή
Π ο ύ είναι η αναμενόμενη αυγή;
Αγέννητοι τη δακτυλοδεικτούν
Πένητες την προγεύονται
Χωρίς χαλινάρι καλπάζοντας
Για ποια λειβάδια γνωρίζοντας
Την πίκρα του εξερευνητή
Τάχα για ποια προϋπάντηση
Ποια ανύπαρκτη γη της επαγγελίας
Και μένει η πλατεία έρημη
Μανιτάρι των παρελάσεων
Καθώς μαδήθηκε η ιαχή
Χωρίς αντήχηση
Ο ποιητής βιάζεται να κρυφτεί
(Για πού το 'σκασε αυτός ο σκίουρος;)
Π ί σ ω α π' τ ο δ ά σ ο ς τ ω ν π ρ ο τ ο μ ώ ν.
26
Επειδή η νεότητά μας ήταν κάποτε ευαγγελι-
σμός της ζούγκλας Και τώρα το αύριο πάν-
τα το αύριο είναι το κλουβί μας μ' ανοιχτές
τις πόρτες Επειδή είμαι ο Γιάννης ο τυφλός
οιωνοσκόπος και μου δείχνει ένα παιδί πώς
στρίβει το κλειδί Βγαίνει ο Μιχάλης* που
τζακίστη πρώτος νεύοντας αντισταθείτε με φτε-
ρά άλμπατρος Η Ελένη η Νίκη πόσες νί-
κες σαν αυγά αντιλόπης κι αποκάτω ο Μαξ ο-
νείρων φαροφύλακας Επειδή 'σαι συ ο Μα-
νόλης σ' εποχή λιμού κι έμεινε ο Μίλτος μα-
τωμένος και κυνηγός Επειδή 'ναι ο Άρης
σε διπλά πριονιστήρια επειδή το δάσος δεν α-
πανθρακώθηκε επειδή Πετάγομαι μες απ' την
πάχνη του ύπνου και φωνάζω στο παιδί Φυλά-
ξου Κωνσταντίνε μου Εσύ 'σαι κληρονόμος
των κλουβιών μη μας κοιτάς με φρίκη τώρα
που ένας-ένας ημερέψαμε Να πάρε το ρα-
βδί και φύτεψέ το μες στην άνυδρη αγορά μπο-
ρεί και να πετάξει ένα κλαδί Μπορεί πριν
να σφυρίξει η σφαίρα ν' ακουστεί μια τελευ-
ταία φωνή που δεν εξαγοράζεται
Μπορεί -
...31
Στο στυλ του Μ.Α.
Σ' αυτόν που έδωσε τη γραμμή και δραπέτευσε
Στα διαβούλια μ' αποικιακές Εταιρείες
Στα μεροκάματα και τη συναλλαγή του κορμιού
Σε μένα που δεν φυτεύω σαν σφαίρες τις λέξεις
Ανάμεσα στον εφιάλτη και το φως στο φεγγίτη
Στο πόδι και το σκαλοπάτι στο ναι το όχι
Είμαι παντού διάχυτος παντού συσπειρωμένος.
Γιάννης Δάλλας (1924 - 2020)
...4
Όταν ξυπνήσαμε ούρλιαζε από παντού η φωνή:
Μιλείστε πιο σιγά Προχωρείτε στα νύχια
σας Ξυστά κάτω απ' τους τοίχους και τις
μακρινές αφίσες Εκεί που δείχνει ο δείχτης
σε σταθμούς και γήπεδα μεταγωγής Αρχί-
ζει η προγραφή Να μην αναληφθεί κανείς
Στα πόδια τ' όνομά σας Αποθέσατε
Τα ρούχα θα τα βρείτε απέναντι στην άλλη ακτή
Απέναντι ένας πεζοναύτης φάντασμα περιπο-
λούσε τις ακτές
Σε κάθε δίχτυ ανεστραμμένοι δρόμοι δάση των
χεριών
Βλέπετε αυτούς τους πλοκαμούς είν' οι συντρό-
φοι σας
Κι αυτά τα γύψινα εκμαγεία μες στα φύκια
Ή ποδοπατημένα από τυφλά συντάγματα
Μες στις οπλές - δεν τους αναγνωρίζετε;
Οι αρχηγοί σας καταποντισμένοι.
...7
Γύρευα πόρτες
Ποια πόρτα;
Όλες δικές μου κι άξαφνα ανάρπαστες
Κι απ' τις παρόδους ν' ακούγεται η διαδήλωση
Κι εγώ παραπαίοντας με τους συντρόφους
τυφλούς
Στενεύοντας τα βήματά μας σε λίγα τετραγω-
νικά
Κι ύστερα ο ορίζοντας συρματόπλεγμα
Σαν τους ιστούς μιας αράχνης ακίνητης μες
στο φως.
...12
Πώς να περιγράψω αυτή την πλατεία;
Άλλοτε τόπος θερινών αντεγκλήσεων
Τώρα σκοποβολής -
Αλλοιωμένοι πηγαίνομε κάθε πρωί
Βασανιστές και βασανιζόμενοι
Χωρίς να βλέπομε την αλλαγή
Χωρίς αιδώ που θα 'λεγε ο ποιητής
Καμμιά αμφιβολία εννοείται
Πως εμείς είμαστε τα τεκταινόμενα
Κάθε πρωί με καινουργή προσωπεία
Η άλωσή μας έγινε Αενάως θα γίνεται
Σ' αυτά τα τετράγωνα.
13
Ζω σε μια αλλοιωμένη γη
Κάθε πρωί ένας μαδημένος σκύλος στρίβει το
κλειδί ανοίγει την πόρτα μου και παίρνει τους
δρόμους Καλημερίζει τους άλλους σκύλους
χωρίς να ρωτά αν είναι της ράτσας του Είναι
όλοι τους κουρεμένοι κι αυτός βιάζεται να φτά-
σει στο μαγαζί του όπως παλιότερα στους
σκουπιδότοπους.
...15
Κάποιος χαμήλωσε τα φώτα κι έδωσε το σύν-
θημα ν' αρχίσει η μουσική
Ποια μουσική;
Αυτός ορκίστηκε πως άκουσε σαξόφωνα ο άλ-
λος ουρλιαχτά σφαγείου
Σαν κατεβήκαμε τη σκάλα αναγνωρίσαμε τη
μοίρα μας σ' αντήχηση παλίνδρομη
Άλλαξε μόνον ο ρυθμός πιο νευρικά τα πρό-
σωπα στις σκάλες και τους διαδρόμους
Ντοπαρισμένα ως τα κατώγια του άλλου κόσμου
Κι απάνω στα υπερώα οι χρυσοποίκιλτοι
Καθένας με μια κούκλα νεωτερισμού
στην αγκαλιά του.
...25
Σκαιές πύλες
Απ' ολομέλεια σ' ολομέλεια
Η ζωή σκοτεινιάζει
Κι ο ποιητής
Πώς να ηλεκτρίσει τα πλήθη
Αδελφοί λέγει περάσαμε
Τις Σκαιές πύλες
Όμως πού είν' εκείνη που μου 'ταξες
Πού είναι η αναμενόμενη;
Ο ποιητής άναυδος στην εξέδρα
Μισός χλιμίτρισμα
Μισός ιαχή
Π ο ύ είναι η αναμενόμενη αυγή;
Αγέννητοι τη δακτυλοδεικτούν
Πένητες την προγεύονται
Χωρίς χαλινάρι καλπάζοντας
Για ποια λειβάδια γνωρίζοντας
Την πίκρα του εξερευνητή
Τάχα για ποια προϋπάντηση
Ποια ανύπαρκτη γη της επαγγελίας
Και μένει η πλατεία έρημη
Μανιτάρι των παρελάσεων
Καθώς μαδήθηκε η ιαχή
Χωρίς αντήχηση
Ο ποιητής βιάζεται να κρυφτεί
(Για πού το 'σκασε αυτός ο σκίουρος;)
Π ί σ ω α π' τ ο δ ά σ ο ς τ ω ν π ρ ο τ ο μ ώ ν.
26
Επειδή η νεότητά μας ήταν κάποτε ευαγγελι-
σμός της ζούγκλας Και τώρα το αύριο πάν-
τα το αύριο είναι το κλουβί μας μ' ανοιχτές
τις πόρτες Επειδή είμαι ο Γιάννης ο τυφλός
οιωνοσκόπος και μου δείχνει ένα παιδί πώς
στρίβει το κλειδί Βγαίνει ο Μιχάλης* που
τζακίστη πρώτος νεύοντας αντισταθείτε με φτε-
ρά άλμπατρος Η Ελένη η Νίκη πόσες νί-
κες σαν αυγά αντιλόπης κι αποκάτω ο Μαξ ο-
νείρων φαροφύλακας Επειδή 'σαι συ ο Μα-
νόλης σ' εποχή λιμού κι έμεινε ο Μίλτος μα-
τωμένος και κυνηγός Επειδή 'ναι ο Άρης
σε διπλά πριονιστήρια επειδή το δάσος δεν α-
πανθρακώθηκε επειδή Πετάγομαι μες απ' την
πάχνη του ύπνου και φωνάζω στο παιδί Φυλά-
ξου Κωνσταντίνε μου Εσύ 'σαι κληρονόμος
των κλουβιών μη μας κοιτάς με φρίκη τώρα
που ένας-ένας ημερέψαμε Να πάρε το ρα-
βδί και φύτεψέ το μες στην άνυδρη αγορά μπο-
ρεί και να πετάξει ένα κλαδί Μπορεί πριν
να σφυρίξει η σφαίρα ν' ακουστεί μια τελευ-
ταία φωνή που δεν εξαγοράζεται
Μπορεί -
...31
Στο στυλ του Μ.Α.
Σ' αυτόν που έδωσε τη γραμμή και δραπέτευσε
Στα διαβούλια μ' αποικιακές Εταιρείες
Στα μεροκάματα και τη συναλλαγή του κορμιού
Σε μένα που δεν φυτεύω σαν σφαίρες τις λέξεις
Ανάμεσα στον εφιάλτη και το φως στο φεγγίτη
Στο πόδι και το σκαλοπάτι στο ναι το όχι
Είμαι παντού διάχυτος παντού συσπειρωμένος.
*Σημείωση του ποιητή: "Βγαίνει ο Μιχάλης [ ] - τα ονόματα είναι πραγματικά. Το τζακίστη να διαβαστεί με το ιδίωμά του προς τα μέσα (όχι χαριστική βολή, αλλά ζ ω ν τ α ν ή δοκιμασία) όπως δηλώνει πολλές φορές η λ. στον Μακρυγιάννη. Τα αντισταθείτε, εποχή λιμού, ματωμένος και κυνηγός, διπλά πριονιστήρια είναι φράσεις - σήματα εμπειρικών καταγραφών των ποιητών Μιχάλη Κατσαρού, Μανόλη Αναγνωστάκη, Μίλτου Σαχτούρη και Άρη Αλεξάνδρου. Το ποίημα, χωρίς να απομυθοποιεί, προσπαθεί να περιγράψει την περιπέτεια μιας καταδικασμένης γενιάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου