«Κληρονόμος μιας διεστραμμένης ιστορίας, όπου ανακατεύονται προδομένες επαναστάσεις, τρελαμένες τεχνολογίες, πεθαμένοι θεοί και ξοφλημένες ιδεολογίες, όπου μέτριες ηγεσίες μπορούν να καταστρέψουν τα πάντα αλλά δεν μπορούν να πείσουν κανέναν, όπου η νοημοσύνη ταπεινώνεται, αυτή η γενιά οφείλει, ξεκινώντας από τις αρνήσεις της, να αποκαταστήσει έστω κάτι από την αξιοπρέπεια της ζωής και του θανάτου».
Απόσπασμα από το λόγο που εκφώνησε κατά την βράβευσή του με το Νόμπελ λογοτεχνίας (1957)
- "Aκόμα και τώρα, αν είχα τον καιρό... δε θα είχα παρά να αφήνομαι στο ρεύμα της ζωής. Ό,τι θα μου συνέβαινε, επιπλέον, ε λοιπόν, είναι σαν τη βροχή πάνω σ' ένα χαλίκι. Το δροσίζει και είναι όμορφα. Μιαν άλλη μέρα θα καίγεται απ' τον ήλιο. Πάντα μου φαινόταν πως αυτό ακριβώς είναι η ευτυχία".
- "Ναι, είπε στο τέλος, το κακό έρχεται γρήγορα, μα για να φύγει χρειάζεται καιρός".
- Πέρα από τον κύκλο των ημερών δε διέκρινε καμιά υπεράνθρωπη ευτυχία ούτε καμιά αιωνιότητα. Η ευτυχία είναι ανθρώπινη και η αιωνιότητα καθημερινή. Το παν είναι να ξέρεις να ταπεινώνεσαι, να συντονίζεις την καρδιά σου με το ρυθμό των ημερών, αντί να υποτάσσεις το δικό τους ρυθμό σύμφωνα με τις δικές σου επιθυμίες.
από τον Ευτυχισμένο Θάνατο
- Το βράδυ ήρθε και με πήρε η Μαρί και με ρώτησε αν ήθελα να την παντρευτώ. Της είπα πως μου ήταν αδιάφορο και πως μπορούσε να γίνει αν αυτή το ήθελε. Θέλησε τότε να μάθει αν την αγαπούσα. Αποκρίθηκα, όπως το είχα ήδη ξανακάνει κάποτε, πως αυτό δε σήμαινε τίποτα, αλλά πως μπορεί να μην την αγαπούσα. "Και τότε γιατί να με παντρευτείς;", είπε. Της εξήγησα πως αυτό δεν είχε καμία σημασία και πως, αν το επιθυμούσε, θα μπορούσαμε να παντρευτούμε. Εξ άλλου, εκείνη το ζητούσε κι εγώ αρκέστηκα να πω ναι. Τόνισε τότε πως ο γάμος είναι κάτι σοβαρό. Αποκρίθηκα: "Όχι". Σώπασε για μια στιγμή και με κοίταξε αμίλητη. Κατόπιν άρχισε να μιλάει. Ήθελε μόνο να ξέρει αν θα δεχόμουνα την ίδια πρόταση από άλλη γυναίκα, με την οποία θα συνδεόμουνα με τον ίδιο τρόπο. Είπα: "Φυσικά'". Αναρωτήθηκε τότε αν μ' αγαπούσε κι εκείνη κι εγώ δεν μπορούσα να ξέρω τίποτα για το ζήτημα αυτό. Έπειτα από μια μικρή παύση μουρμούρισε πως ήμουνα παράξενος, πως ίσως να μ' αγαπούσε γι' αυτό ακριβώς, αλλά πως μπορεί κάποια μέρα να την αηδίαζα για τους ίδιους λόγους. Καθώς σώπαινα, μιας και δεν είχα τίποτα να προσθέσω, μ' έπιασε χαμογελώντας απ' το μπράτσο και δήλωσε πως ήθελε να με παντρευτεί. Της αποκρίθηκα πως θα γινόταν μόλις θα το ήθελε.
από τον Ξένο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου