Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2025

"Τα κόμματα εξουσίας δεν ακούν και δεν βλέπουν" γράφει η Βασιλική Σιούτη (www.lifo.gr, 20.2.2025)

 ...............................................................



Τα κόμματα εξουσίας δεν ακούν και δεν βλέπουν


Το σιωπηλό κίνημα των Τεμπών προειδοποιεί. Τα κόμματα εξουσίας δεν ακούν και δεν βλέπουν. Τα αντισυστημικά καραδοκούν.





γράφει η Βασιλική Σιούτη (www.lifo.gr, 20.2.2025)



ΤΗΝ ΩΡΑ ΠΟΥ Η ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ του πολιτικού συστήματος καταρρέει και οι δημοσκοπήσεις, μετά τις διαδηλώσεις για τα Τέμπη, στέλνουν κι αυτές σήμα κινδύνου, ο διάλογος των πολιτικών στη Βουλή πέφτει σε ακόμα χαμηλότερα επίπεδα και ακούγονται πλέον ακρότητες απ’ όλες τις πλευρές.

Η κυβέρνηση ανησυχεί για το κόστος που μπορεί να έχει η υπόθεση των Τεμπών, η οποία εξακολουθεί να κυριαρχεί στην επικαιρότητα, παρά τη θέλησή της, ενώ τα κόμματα της αντιπολίτευσης αναζητούν τον τρόπο που θα κερδίσουν από αυτά.

Το Μέγαρο Μαξίμου τις τελευταίες μέρες άλλαξε ξανά γραμμή και πέρασε πάλι στην επίθεση κατά πάντων, επιχειρώντας να εμφανιστεί ως η μόνη δύναμη που υπερασπίζεται τη λογική, τη σταθερότητα και τους θεσμούς, κατηγορώντας όλους τους άλλους είτε ως «παλαβή» αριστερά είτε ως «παλαβή» ακροδεξιά. Αυτή η σκληρή και επιθετική γραμμή με τις κατηγορηματικές αρνήσεις («δεν υπήρξε μπάζωμα», «δεν υπήρξε παράνομο φορτίο», «δεν σχετίζεται με τα Τέμπη η 717») ήταν η γραμμή που ακολουθούσε πριν από τις διαδηλώσεις και την άλλαξε μετά από αυτές, καθώς δεν απέδωσε. Γι’ αυτό και ο πρωθυπουργός, στην πρώτη συνέντευξη, παραδέχτηκε ορισμένες λάθος εκτιμήσεις που είχε κάνει. Για κάποιον λόγο όμως, ο οποίος δεν είναι προφανής (εκτός αν μέτρησαν κάτι στις δημοσκοπήσεις που τρέχουν), στο Μαξίμου αποφάσισαν ότι έπρεπε να επιστρέψουν στη σκληρή επιθετική γραμμή.


Η κυβέρνηση επιδιώκει να δείξει πως αντίπαλοί της είναι οι συνωμοσιολόγοι και προσπαθεί να στριμώξει σε αυτή την κατηγορία όλη την αντιπολίτευση.

Ο πρωθυπουργός έδωσε το στίγμα στην πρόσφατη συνέντευξή του, με την οποία επιχείρησε να πάρει πίσω κάποια απ’ όσα είχε πει την προηγούμενη φορά. Ενώ π.χ. είχε αφήσει ανοιχτό το θέμα της ύπαρξης παράνομου φορτίου στην προηγούμενη συνέντευξη, στην πρόσφατη, αφού πρώτα δήλωσε «εμείς δεν κάνουμε τους δικαστές, όπως κάποιοι στην αντιπολίτευση», στη συνέχεια διατύπωσε την άποψή του, υποστηρίζοντας ότι, εφόσον επιβεβαιωθεί η γνησιότητα των βίντεο, τότε όλο το σενάριο περί «παράνομου φορτίου» καταρρίπτεται με κρότο. Αυτή όμως είναι μια κρίση που θα κάνουν οι δικαστές και όχι η κυβέρνηση. Οι πραγματογνώμονες που εξέτασαν τα βίντεο, άλλωστε, ανέφεραν ότι από την παρατήρησή τους δεν μπορούν να διακρίνουν κάποιο παράνομο φορτίο και όχι ότι δεν υπήρχε παράνομο φορτίο


Το άλλο που κάνει η κυβέρνηση είναι να επιλέγει να απαντά όχι στα εύλογα ερωτήματα (π.χ. «Γιατί δεν άφησαν την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία να ερευνήσει τις ποινικές ευθύνες των πρώην υπουργών για τη σύμβαση 717», «Ποιος έδωσε την εντολή για την αλλοίωση του χώρου του δυστυχήματος», «Ποιος τοποθέτησε σε αυτήν τη θέση τον σταθμάρχη» κ.ά.), αλλά στα ακραία και συνωμοσιολογικά σενάρια που διακινούν κάποια λαϊκίστικα κόμματα και ορισμένα κίτρινα μέσα. Ο υπουργός Δικαιοσύνης, Γιώργος Φλωρίδης, αυτές τις μέρες στις συνεντεύξεις του μιλά για τα «5 ψέματα» για τα Τέμπη, απαντώντας σε αβάσιμες θεωρίες όπως αυτές περί «ορφανών DNA και «εξαφανισμένων βαγονιών». Με αυτόν τον τρόπο, όμως, μένουν αναπάντητα τα ερωτήματα που περιμένει η κοινή γνώμη να φωτιστούν. Η κυβέρνηση επιδιώκει να δείξει πως αντίπαλοί της είναι οι συνωμοσιολόγοι και προσπαθεί να στριμώξει σε αυτή την κατηγορία όλη την αντιπολίτευση.

Το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς ξεκάθαρες θέσεις για τα ουσιαστικά και τα μεγάλα που αφορούν τις πραγματικές αιτίες του σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών, προσπαθούν να υιοθετήσουν τελευταία έναν πιο «αντισυστημικό» λόγο, θεωρώντας πως έτσι ίσως προσελκύσουν ψηφοφόρους από το ευρύτερο «αντισυστημικό» φάσμα, παραβλέποντας ότι ο κόσμος αυτός θεωρεί εξίσου συστημικά και υπαίτια όλα τα κόμματα που κυβέρνησαν τη χώρα.

Στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν βουλευτές που αυτά που λένε δεν διαφέρουν και πολύ από εκείνα που λέει ο Βελόπουλος. Ο Σωκράτης Φάμελλος και η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ελπίζουν πως οι διαμαρτυρίες για τα Τέμπη μπορεί να οδηγήσουν σε μια μεγάλη πολιτική κρίση από την οποία θα ωφεληθούν, κατά τη γνωστή και αγαπημένη τους ρήση «μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση», παραβλέποντας ότι η πλειοψηφία τούς βάζει όλους πλέον στο ίδιο τσουβάλι.


Κι ενώ βλέπουν τα χαμηλά ποσοστά τους να παραμένουν καθηλωμένα, η ερμηνεία που δίνουν είναι ότι πρέπει να ανεβάσουν ακόμα περισσότερο τους τόνους για να προσελκύσουν ένα κοινό που έχει πάψει να τους ακούει, όσο και αν φωνάζουν. Πόσο πειστικά, άραγε, μπορούν να είναι σήμερα τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ (και της Νέας Αριστεράς επίσης) όταν μιλούν για συγκάλυψη, ενώ και οι ίδιοι άφηναν στο συρτάρι τις δικογραφίες που αφορούσαν υπουργούς τους όταν κυβερνούσαν, και εφόσον δεν άλλαξαν τίποτα απ’ όσα σήμερα καταγγέλλουν και ακόμα και τώρα δεν προτάσσουν τις αλλαγές που χρειάζεται η χώρα;


Ούτε το ΠΑΣΟΚ καταφέρνει να διαφοροποιηθεί, αρπάζοντας την ευκαιρία να δείξει έναν καινούργιο εαυτό και ένα κόμμα που αφουγκράζεται τα αιτήματα της ελληνικής κοινωνίας για δικαιοσύνη και ένα σύγχρονο αποτελεσματικό κράτος, που θα λειτουργεί με κανόνες, διαφάνεια και λογοδοσία. Αντί να πιέζει την κυβέρνηση για τις αλλαγές που αποφεύγει, αντιπολιτεύεται με τον παλιό στείρο τρόπο και βαδίζει την πεπατημένη που δεν συγκινεί κανέναν. Αντί να αναδεικνύει όσα πρέπει να αλλάξουν άμεσα για να μην έχουμε ξανά νέα Τέμπη, μοιάζει να μην τολμά να θίξει καν τις αιτίες. Η μεταγραφή της Ράνιας Θρασκιά με όρους τηλεοπτικής μεταγραφής ήταν σαν να ήρθε για να επιβεβαιώσει την κριτική «όλοι ίδιοι είστε». Το ΠΑΣΟΚ, μέχρι πρότινος, υποστήριζε ότι δεν θα έκανε μεταγραφές, όπως άλλα κόμματα τα οποία κατηγορούσε, αλλά έκανε το ίδιο, δείχνοντας ασυνέπεια σε μια εποχή που επιδιώκει να κερδίσει τη χαμένη εμπιστοσύνη. Πήρε στο κόμμα του μια βουλευτή που εξελέγη πριν από ενάμιση χρόνο με άλλο κόμμα, χωρίς να ξέρει κανείς τις πολιτικές θέσεις της – αν έχει. Το κριτήριο για την ίδια ήταν οι καλύτερες προοπτικές επανεκλογής που εκτίμησε πως θα είχε με το ΠΑΣΟΚ και για τη Χαριλάου Τρικούπη μέτρησε μόνο η αριθμητική αύξηση της κοινοβουλευτικής ομάδας. Καθόλου χώρος δεν υπήρξε εδώ για πολιτικές αρχές και ιδεολογίες.

Το σιωπηλό «κίνημα των Τεμπών», που αρνήθηκε να καπελωθεί από τα κόμματα και να φωνάξει τα συνθήματά τους και που αγγίζει την καρδιά και τον νου των ανθρώπων, ζητά δικαιοσύνη και να αλλάξουν όλα όσα οδήγησαν στο τραγικό δυστύχημα. Τα κόμματα εξουσίας, όμως, αρνούνται πεισματικά να εργαστούν γι’ αυτή την αλλαγή. Πόση αισιοδοξία επιτρέπει η επίμονη άρνησή τους να ανταποκριθούν στις εύλογες απαιτήσεις μιας κοινωνίας σε απόγνωση; Και πόσο μακριά είναι η στιγμή που το σιωπηλό κίνημα μπορεί να μετατραπεί σε ένα ισχυρό τράνταγμα με άγνωστες συνέπειες;

Δεν υπάρχουν σχόλια: