Σάββατο 4 Ιουλίου 2020

"Λογοκλόποι μας κυβερνούν" του Ντίνου Σιώτη, ποιητή ("Εφημερίδα των Συντακτών", 3.7.2020)

..............................................................


         Λογοκλόποι μας κυβερνούν




του Ντίνου Σιώτη, ποιητή ("Εφημερίδα των Συντακτών", 3.7.2020)


Στις φετινές πανελλαδικές εξετάσεις στο μάθημα της Γλώσσας είχε τεθεί προς εξέταση ένα κείμενο γνωστού συγγραφέα, που προερχόταν από άρθρο του δημοσιευμένο τον περασμένο Φεβρουάριο σε κυριακάτικη εφημερίδα. Το επίμαχο απόσπασμα του άρθρου είναι σχεδόν πανομοιότυπο με άρθρο της Thu-Huong Ha που δημοσιεύτηκε στα αγγλικά στο περιοδικό qz.com. Οπότε να το πάλι το θέμα της λογοκλοπής. Αντρειεύει και θεριεύει.

Και η λογοκλοπή έγινε αμέσως viral στα κοινωνικά δίκτυα: «Mην κλέβετε. Τα κλοπιμαία δεν χωνεύονται και στην ανακομιδή των οστών σας θα φανερωθούν στην εκταφή, δίπλα στα βραβεία σας» διάβασα στη σελίδα του στο Facebook του γνωστού και καταξιωμένου Θεσσαλονικιού συγγραφέα Πάνου Θεοδωρίδη. Εικάζω ότι ένας λογοκλόπος, παρά τα βραβεία του, μετά την εκταφή μυροβλύτης δεν θα είναι.


Τα παλιά τα χρόνια, τότε που υπήρχε μια κάποια αξιοπρέπεια, επικρατούσε η σοφία της απλότητας και η καθαρότητα καθόριζε τις σχέσεις των ανθρώπων: αν έπιαναν κάποιον να κλέβει, είχε το φιλότιμο (ο κλέφτης) να εξαφανιστεί από τη γειτονιά, δεν είχε μούτρα να εμφανιστεί εκεί όπου είχε αποκαλυφθεί η κλοπή του. Ισως και να μετοικούσε σε άλλη πόλη. Σήμερα οι λογοκλόποι όχι μόνο δεν εξαφανίζονται από τη γειτονιά, αλλά με περισσότερο θράσος επιστρέφουν στον τόπο του εγκλήματος και ζητάνε και τα ρέστα από πάνω. Υποστηρίζουν με μέθοδο, μετα-νεωτερικά σχήματα και προσχηματικές σοφιστίες, ότι η συγ-γραφή, η μετα-φορά, η μετά-φραση, μπορούν να λάβουν τη θέση μιας αυθεντικής δημιουργίας. Και επομένως δεν είναι λογοκλοπή η ενσωμάτωση μεταφρασμένων αποσπασμάτων ή στίχων στο έργο τους χωρίς να δηλώνουν την πηγή τους. Καλυμμένοι πίσω από τεχνάσματα, θεωρητικολογίες, μεταμοντέρνες ασυναρτησίες και «δημιουργικές συνομιλίες» δρουν ανενόχλητοι σαν να μην τρέχει τίποτα. Τυγχάνουν δε της προστασίας μεγάλων εκδοτικών οίκων, εκδοτών λογοτεχνικών περιοδικών, της Εταιρείας Συγγραφέων, πανεπιστημιακών, δημοσιογράφων και κριτικών.


Με το αζημίωτο άραγε; Με τόσες διασυνδέσεις, που δεν έχουν την παραμικρή σχέση με λογοτεχνικές αξίες, βραβεύονται και βραβεύουν: λογοκλόπος βραβευμένη συγγραφέας είναι μέλος επιτροπής απονομής βραβείων περιοδικού. Αλλος, κατά συρροή λογοκλόπος, με ξένες πλάτες, εκδίδει περιοδικό ποίησης, ισχυρίζεται ότι μεταφράζει καλύτερα από τον Σεφέρη, είναι στέλεχος της εκδοτικής ομάδας άλλου ψηφιακού περιοδικού και πηγαίνει στο εξωτερικό όπου διαβάζει σε διεθνή φεστιβάλ ποίησης ποιήματα άλλων για δικά του. Κλέβει δε όχι μόνο ποιήματα, αλλά και δοκίμια και τίτλους συλλογών και εξώφυλλα βιβλίων.

Αν τολμούσε ένας ποιητής, πεζογράφος, δοκιμιογράφος, δημοσιογράφος, ένας πανεπιστημιακός κάτι ανάλογο στην Ευρώπη, στην Αμερική, στην Ασία ή ακόμα και στην Αφρική, δηλαδή σε κάποιο σοβαρό κράτος όπου ισχύουν οι νόμοι περί πνευματικών δικαιωμάτων, θα του είχαν ζητήσει να επιστραφεί το πτυχίο σπουδών, θα έχανε τη δουλειά του, θα τον είχε «καρατομήσει» πάραυτα η εκεί Εταιρεία Συγγραφέων (αν ήταν μέλος της) ή η σύγκλητος του Πανεπιστημίου ή η Ενωση Συντακτών. Αλλά εδώ είναι Ελλάδα και η αντιμετώπιση είναι απλή: «Ελα μωρέ τώρα…».

Εδώ είναι Ελλάδα, ένα μικρό χαλιφάτο, και όπως τόσα άλλα, έτσι και τα πνευματικά δικαιώματα πάνε περίπατο και αντιμετωπίζονται με πλουσιοπάροχη στρεβλότητα. Οπως μου είχε πει ο Νάνος Βαλαωρίτης, «σίγουρα η έλλειψη κανόνων δημιουργεί σύγχυση και μεροληψία». Διότι μόνο στην Ελλάδα το νομοθετικό πλαίσιο περί κλοπής πνευματικών δικαιωμάτων είναι ανίσχυρο, μην πω ανεφάρμοστο.

Οταν ένας δημοσιογράφος μιας εφημερίδας στην Ελλάδα τολμά να κάνει μια εξαντλητική έρευνα για το θέμα της λογοκλοπής, πέφτει πάνω σ’ έναν τοίχο σιωπής των εμπλεκόμενων μερών: κανείς δεν θέλει να μιλήσει. Ομως οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι ένα σοβαρό γεγονός, δεν μπορεί να αφεθεί ανεξερεύνητο το θέμα της λογοκλοπής, αφού δεν αφορά μόνο τον χώρο των συγγραφέων και τη λογοτεχνία. Οι εξεταζόμενοι κλήθηκαν να εξεταστούν πάνω σε μια πλημμελή μετάφραση που ήταν προϊόν λογοκλοπής κι αυτό από μόνο του είναι ένα σοβαρό ζήτημα. Γιατί δεν πήρε θέση το υπουργείο Παιδείας; Γιατί δεν έχει κάτι να πει το υπουργείο Πολιτισμού, που φέτος βράβευσε γνωστό, κατ’ εξακολούθηση και καταγεγραμμένο λογοκλόπο ποιητή; Γιατί σιωπά η Εταιρεία Συγγραφέων, της οποίας είναι μέλη και οι δύο πεζογράφοι και ο ποιητής; Αυτή είναι η αποστολή της; Με τη σιωπή της η Εταιρεία Συγγραφέων ενθαρρύνει άμεσα τους λογοκλόπους.

Οταν το 1963 βγήκαν στο φως οι λογοκλοπές του Κ.Ι. Δεδόπουλου, περιώνυμου συνεργάτη τότε της «Καθημερινής», ήταν αρκετό ένα δημοσίευμα του φοιτητικού περιοδικού «Πανσπουδαστική» για να αποκαλυφθεί η απάτη και να σπάσει το απόστημα. Ο κλέφτης ξεμπροστιάστηκε και κανείς δεν έκανε ξανά λόγο γι’ αυτόν. Ομως τότε υπήρχε βαρύνουσα κοινή γνώμη που έκανε τη δουλειά της και που ζητούσε από τους λογοκλόπους να λογοδοτήσουν για τις πράξεις τους.

Το τι συνιστά λογοκλοπή είναι γνωστό, ας μην κοροϊδευόμαστε. Εκτός αν ζούμε την απόλυτη διγλωσσία και ο κανόνας είναι να τιμούμε τους λογοκλόπους. Δηλώνω απλός αναγνώστης, αλλά εξανίσταμαι όταν αντιλαμβάνομαι ότι έχω πέσει θύμα απάτης. Αυτό με κάνει να σκέφτομαι με θλίψη τον στοχαστή Τζιάκομο Λεοπάρντι (1798-1837) που είχε πει: «Ο κόσμος δεν είναι παρά μια συμμαχία των επιτήδειων ενάντια στους καλούς, των χυδαίων ενάντια στους πιο ευγενείς».

* ποιητή

Δεν υπάρχουν σχόλια: