Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2019

"Η τουρκική απειλή πολέμου και η οικονομική ανάπτυξη" έγραψε ο Κώστας Καλλωνιάτης ("Εφημερίδα των Συντακτών", 7.9.2019)

..............................................................

Η τουρκική απειλή πολέμου και η οικονομική ανάπτυξη




έγραψε ο Κώστας Καλλωνιάτης ("Εφημερίδα των Συντακτών", 7.9.2019)

Λέγεται συχνά πως τα βασικά εμπόδια στην προσέλκυση μαζικών επενδύσεων για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας είναι τα ενδογενή προβλήματα των «κόκκινων» δανείων, της υψηλής φορολογίας και της κρατικής γραφειοκρατίας.
Υπάρχουν, ωστόσο, και τρία μείζονα εξωγενή ναρκοπέδια που αποτρέπουν τους υποψήφιους επενδυτές. Αναφέρομαι στα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, στην ορατή απειλή μιας νέας διεθνούς ύφεσης ή κρίσης και στον κίνδυνο πολέμου με την Τουρκία.
Για τα πρωτογενή πλεονάσματα –τα οποία είναι και ενδογενές λόγω χρέους πρόβλημα, αλλά και εξωγενές, καθώς η διευθέτησή τους με αναδιάρθρωση χρέους παραπέμπει σε πολιτική απόφαση της Ε.Ε. – η κυβέρνηση έχει ήδη αναλάβει πρωτοβουλία.
Ο περιορισμός των επιπτώσεων μιας νέας διεθνούς οικονομικής ύφεσης αποτελεί αντικείμενο του μείγματος της ακολουθητέας πολιτικής και των δημοσιονομικών περιθωρίων που έχουμε και άλλοτε συζητήσει. Αυτό που εδώ εξετάζουμε είναι η διένεξη με την Τουρκία και ο κίνδυνος πολέμου με αντικείμενο τους υδρογονάνθρακες της ΝΑ Μεσογείου και τη διέλευση των αγωγών φυσικού αερίου προς την Ευρώπη.

Θερμό επεισόδιο ή πόλεμος;

Μέχρι σήμερα πιθανολογείται ένα θερμό επεισόδιο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας εξαιτίας της κλιμακούμενης τουρκικής προκλητικότητας και επιθετικότητας. Ομως τώρα η ελληνοτουρκική διένεξη δεν αφορά μια βραχονησίδα (Ιμια) και δεν εκπηγάζει από έναν τουρκικό τακτικισμό δημιουργίας εντυπώσεων για εσωτερική κατανάλωση.
Αντιθέτως, απορρέει από μια στρατηγική επιλογή αναθεώρησης γεωγραφικών συνόρων, εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων και ζωνών επιρροής από τη νέα μεγάλη περιφερειακή δύναμη που αποτελεί η Τουρκία. Δεδομένου ότι η γειτονική χώρα διαθέτει μεγάλη ακτογραμμή η οποία όμως ασφυκτιά από τα ελληνικά νησιά, δεν έχει αναγνωρίσει το Δίκαιο της Θάλασσας και στόχος της είναι να «γκριζάρει» μεγάλες θαλάσσιες περιοχές στο Ανατολικό Αιγαίο και τη ΝΑ Μεσόγειο προκειμένου να διεκδικήσει και να αποκτήσει ανάλογα δικαιώματα εκμετάλλευσης.
Η πρόσφατη ανακάλυψη υδρογονανθράκων νοτίως της Κύπρου επέσπευσε δραματικά τις τουρκικές αξιώσεις. Συγχρόνως, η εσωτερική οικονομική και πολιτική αποσταθεροποίηση της Τουρκίας αύξησε κατακόρυφα τις επιθετικές διεκδικήσεις της.
Πρέπει να σημειωθεί πως ο στρατηγικός αναπροσανατολισμός της Τουρκίας περιλαμβάνει την ανάδειξή της σε ηγέτιδα δύναμη του μουσουλμανικού χώρου και τη στροφή προς Ανατολάς (τουρκόφωνες περιοχές πρώην ΕΣΣΔ, Ρωσία, Κίνα, Ιράν), στις εστίες δηλαδή της δυνητικής ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας.
Ενώ η Ελλάδα επιδιώκει να διαδραματίσει ρόλο γέφυρας από τη Δύση προς την Ανατολή, η Τουρκία θέλει αντίστροφα εκκινώντας από την Ανατολή να στήσει γέφυρες με τη Δύση. Γι’ αυτό ακριβώς και δεν διαρρηγνύει τις σχέσεις της με τη Δύση, παραμένοντας μέλος του ΝΑΤΟ, διατηρώντας συμμαχικές σχέσεις με τις ΗΠΑ και συνεργατικές με την Ε.Ε. στο θέμα κυρίως της μετανάστευσης.
Ομως, ο νέος της ρόλος στο παγκόσμιο οικονομικό και γεωπολιτικό σύστημα σε συνδυασμό με τη μέχρι πρότινος ισχυρή οικονομική ανάπτυξή της και τη μεγάλη εξαγωγική επέκταση της πολεμικής βιομηχανίας της προσδίδουν στην Τουρκία αξιοσημείωτη ισχύ για την επιδίωξη δυναμικής επιβολής των στόχων της στη ΝΑ Μεσόγειο.
Δυναμική, δε, επιβολή σημαίνει αξιοποίηση ή/και χρήση στρατιωτικής ισχύος. Επίδειξη της οποίας έχει κάνει ήδη η Τουρκία στο συριακό μέτωπο, υποχρεώνοντας Ρωσία και ΗΠΑ να συνεργαστούν μαζί της στη δημιουργία ευρείας διασυνοριακής ζώνης εκτοπισμού των Κούρδων.
Στις συνθήκες αυτές συνεπώς μια ανοιχτή σύγκρουση με την Ελλάδα δεν θα σήμαινε ένα απλό θερμό επεισόδιο αλλά κανονικό πόλεμο. Πόλεμο με πολύ υψηλό τίμημα και για τις δύο χώρες, ιδιαίτερα όμως για την Ελλάδα.

Το πολεμικό οπλοστάσιο

Μια ακτινογραφία της πολεμικής μηχανής των δύο χωρών είναι πάντα χρήσιμη γιατί μας δίνει μια αίσθηση των δυνατοτήτων και των προοπτικών μιας ενδεχόμενης αναμέτρησής τους στο πεδίο της μάχης. Από τα επίσημα αναλυτικά στοιχεία που έχουν δημοσιευτεί προκύπτει μια σαφής δυσαναλογία στρατιωτικής ισχύος υπέρ της Τουρκίας.
Οχι βεβαίως της τάξης μεγέθους που χαρακτηρίζει την πληθυσμιακή κατάσταση και εξέλιξη των δύο χωρών, όπου οι διαφορές είναι σαφώς μεγαλύτερες, αλλά μια αναντιστοιχία στρατιωτικής ισχύος ικανή να γείρει την πλάστιγγα του πολέμου υπέρ της Τουρκίας. Συγκεκριμένα:
Η Τουρκία, ενώ ως χώρα έχει μια έκταση 5,9 φορές μεγαλύτερη της Ελλάδας, διαθέτει έναν πληθυσμό 7,4 φορές μεγαλύτερο με τάση επέκτασης (αντίθετα με την Ελλάδα όπου ο πληθυσμός συρρικνώνεται βαθμιαία). Η δυσαναλογία αυτή αποτυπώνεται και στο ανθρώπινο στρατιωτικό δυναμικό, όπου στο ενεργό προσωπικό η ποσοτική υπεροχή της Τουρκίας είναι 4,9 φορές μεγαλύτερη, στο βοηθητικό προσωπικό είναι μόλις 1,9 φορές μεγαλύτερη, αλλά στο διαθέσιμο για επιστράτευση προσωπικό είναι 8,3 φορές μεγαλύτερη (βλ. πίνακα).
Η πενταπλάσια αυτή υπεροπλία της Τουρκίας σε ανθρώπινο στρατιωτικό δυναμικό στην πραγματικότητα είναι μικρότερη λόγω του ανοιχτού συριακού μετώπου που έχει με τους Κούρδους στα νοτιοανατολικά σύνορά της. Περιορίζεται, δε, σημαντικά από πλευράς εξοπλισμών σε γη, αέρα και θάλασσα, όπου εμφανίζεται περίπου διπλάσια της αντίστοιχης ελληνικής ισχύος. Γεγονός που καταγράφεται και σε επίπεδο αμυντικού προϋπολογισμού, με τον τουρκικό να είναι 2,6 φορές μεγαλύτερος του ελληνικού, αλλά ισότιμος του ελληνικού ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Ειδικότερα, στις μεν επίγειες δυνάμεις η τουρκική ισχύς είναι 2-2,5 φορές μεγαλύτερη της ελληνικής (λόγω Συρίας το 2 απηχεί καλύτερα την πραγματικότητα), στις δε αεροπορικές και ναυτικές δυνάμεις η Τουρκία υπερέχει κατά 2,2 και 1,5 φορές αντίστοιχα της Ελλάδας (βλ. πίνακα). Το δε περίφημο «έλλειμμα εμπειρίας» που βάρυνε κυρίως τους Τούρκους πιλότους, μετά τις εκτεταμένες εκκαθαρίσεις στρατιωτικών στελεχών από τον Ερντογάν, πρέπει λογικά να έχει καλυφθεί από τις συνεχείς παραβιάσεις και αερομαχίες στο Αιγαίο με τους Ελληνες πιλότους (καλύτερη πρακτική εξάσκηση από αυτήν δεν υπάρχει).
Συνοψίζοντας, η στρατιωτική μηχανή της Τουρκίας σε επίπεδο εξοπλισμών είναι 2 φορές ισχυρότερη της ελληνικής και σε επίπεδο έμψυχου δυναμικού 4-5 φορές ισχυρότερη.

Το ζήτημα των συμμαχιών

Είναι αυτή η στρατιωτική υπεροχή που επιτρέπει στον Ερντογάν να μας απειλεί σταθερά και αυξανόμενα το τελευταίο διάστημα και να «εξορύσσει» στην κυπριακή ΑΟΖ, σχεδιάζοντας να πράξει κάτι ανάλογο και στην –αμφισβητούμενη από αυτόν– ελληνική. Βεβαίως, ο Ελληνας πρωθυπουργός του έχει διαμηνύσει πως η Ελλάδα δεν είναι μόνη της, παραπέμποντας σε Ε.Ε., ΗΠΑ και Ισραήλ ή και Αίγυπτο.
Ομως, η Ευρώπη δεν είναι πολιτικά και στρατιωτικά ενωμένη για να παρέμβει, ακόμη και αν ήθελε, με συνέπεια να περιορίζεται σε οικονομικές κυρώσεις περιορισμένης αποτελεσματικότητας, δεδομένης και της εξάρτησής της από την Τουρκία για το μεταναστευτικό. Οι δε ΗΠΑ ναι μεν έχουν συσφίγξει τις σχέσεις με την Ελλάδα και την Κύπρο και αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα συνεργασίας με την Τουρκία του Ερντογάν, αλλά από την άλλη δεν θέλουν να χάσουν εντελώς τη γείτονα από σύμμαχο (βλ. βάση Ιντσιρλίκ σε ΝΑ Τουρκία) και πελάτη (βλ. πωλήσεις όπλων), πολύ δε περισσότερο δεν θέλουν να έλθουν σε σύγκρουση με τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ (βλ. συμφωνία με Τουρκία για ουδέτερη συνοριακή ζώνη εντός Συρίας).
Ακόμη, οι ενεργειακές και πολιτικές συμμαχίες με Ισραήλ και Αίγυπτο –δύο χώρες σε αντιπαράθεση με την Τουρκία λόγω Παλαιστινιακού και Αδελφών Μουσουλμάνων– δεν σημαίνει και αυτόματη στοίχισή τους με την Ελλάδα σε έναν πόλεμο με την Τουρκία. Μάλλον σε συμπαράσταση και έμμεση ενίσχυση μόνο μπορούμε να ελπίζουμε.
Αυτός είναι ο λόγος που ο πρώην Ελληνας υπουργός Αμυνας κ. Αποστολάκης είχε δηλώσει πως σε μια σύγκρουση με την Τουρκία θα πρέπει να υπολογίζουμε μόνο στις δικές μας δυνάμεις.
Τέλος, αν ενεργοποιηθούν οι σύμμαχοι στο πλευρό της Ελλάδας, ας έχουμε κατά νου πως και οι Τούρκοι έχουν συμμάχους που μπορεί να τους συνδράμουν. Η Ρωσία τους πουλάει βαρύ οπλισμό (S400) και συνεταιρίζεται μαζί τους σε ένα σωρό έργα, η Κίνα μόλις τους δάνεισε 1 δισ. δολ. και το Ιράν τους πουλάει φτηνό πετρέλαιο μεταξύ άλλων.
Η ανάμιξη συμμάχων υπέρ της Ελλάδας δύσκολα θα μείνει αναπάντητη από την άλλη πλευρά και αυτό για τον απλό λόγο ότι ήδη υπάρχει μια ζώνη δυνητικού περιφερειακού πολέμου που εκτείνεται από τη Λιβύη και τη Συρία έως την Υεμένη και το Ιράκ, χωρίς να λογαριάζουμε νέες πιθανές εκκολαπτόμενες εστίες πολέμου (Κασμίρ κ.α.).

Καταστροφικός πόλεμος

Στις συνθήκες αυτές, ένας ελληνοτουρκικός πόλεμος είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσει γενικευμένη ανάφλεξη εφόσον αναμίξει τους συμμάχους των δύο χωρών και, συνεπώς, δεν είναι κάτι στο οποίο μπορούμε να βασιζόμαστε ή που πρέπει να ευχόμαστε, γιατί τότε η καταστροφή θα είναι απείρως μεγαλύτερη.
Ομως και στην περίπτωση ενός πολέμου που θα μείνει στο πλαίσιο των δύο χωρών, η καταστροφή θα είναι ανυπολόγιστη, ιδίως για την Ελλάδα και όχι μόνον επειδή η Τουρκία καταφανώς υπερτερεί στρατιωτικά. Ιδού κάποιοι σημαντικοί επιβαρυντικοί λόγοι:
  1. Η ελληνική οικονομία και κοινωνία μόλις εξήλθαν εξαντλημένες από μια πρωτοφανή 10ετή κρίση, ενώ η Τουρκία δεν έχει πάνω από έναν χρόνο που αντιμετωπίζει συνθήκες ύφεσης.
  2. Ο ελληνικός πληθυσμός όχι μόνο γηράσκει, αλλά με την κρίση έχει χάσει στο εξωτερικό και ένα σημαντικό κομμάτι της νεολαίας του (brain drain). Αντίθετα, ο τουρκικός πληθυσμός συνεχίζει να επεκτείνεται, ενώ το 40% αυτού είναι ηλικίας μικρότερης των 40 ετών.
  3. Η Τουρκία έχει το πλεονέκτημα της εγγύτητας: ένας πόλεμος με την Ελλάδα θα γίνει κοντά στη δική της ακτογραμμή, άρα η ταχύτητα στρατιωτικής ανταπόκρισης και ανεφοδιασμού θα είναι πολύ μεγαλύτερη γι’ αυτήν.
  4. Οσο καλά εξοπλισμένα και να είναι τα Δωδεκάνησα, ο κίνδυνος να χαθούν από μια τουρκική εισβολή είναι μεγάλος. Για την Κύπρο ο κίνδυνος είναι ακόμη μεγαλύτερος.
  5. Η Τουρκία διαθέτει υψηλό βαθμό στρατιωτικής αυτοδυναμίας λόγω της αυτόνομης και επεκτεινόμενης πολεμικής βιομηχανίας της. Η Ελλάδα δεν διαθέτει δική της πολεμική βιομηχανία.
  6. Στον Εβρο η Τουρκία διαθέτει έναν ενδεχόμενο άτυπο σύμμαχο, την τουρκόφωνη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, την οποία όχι τυχαία επισκέφθηκε πρόσφατα ο Ερντογάν.
  7. Με την απόκτηση των S400 η Τουρκία δεν ενισχύει μόνον την άμυνά της αλλά αποκτά και ένα επιθετικό όπλο που μπορεί να πλήξει ακόμη και την Αθήνα. Ανάλογη δυνατότητα δεν διαθέτει η Ελλάδα.
  8. Και οι δύο χώρες εξαρτώνται οικονομικά από τον τουρισμό τους, ο οποίος σε περίπτωση πολέμου θα είναι το πρώτο θύμα. Η διαφορά είναι ότι η Ελλάδα εξαρτάται (βάσει λόγου εσόδων προς ΑΕΠ) τρεις φορές περισσότερο απ’ ό,τι η Τουρκία.
  9. Η Ελλάδα παραμένει μια υπερχρεωμένη χώρα (183% το δημόσιο χρέος/ΑΕΠ) που δεν πρέπει να παρασυρθεί σε κούρσα εξοπλισμών. Η Τουρκία δεν είναι (μόλις 29% αντίστοιχα).
  10. Η πολιτιστική καθυστέρηση και ο εθνικισμός είναι σαφώς ένα χαρτί που το ολιγαρχικό καθεστώς Ερντογάν μπορεί να εκμεταλλευτεί καλύτερα σε έναν πόλεμο σε βάρος της Ελλάδας.

Συμβιβασμός

Από τα παραπάνω καθίσταται νομίζω προφανές πως η Ελλάδα δεν θα κατρακυλήσει μόνον οικονομικά και κοινωνικά, αλλά κινδυνεύει να υποστεί και σοβαρό εθνικό πλήγμα από έναν πόλεμο με την Τουρκία. Διατρέχει, δε, τον κίνδυνο γενίκευσης του πολέμου σε περιφερειακό, με τη μετατροπή της Ελλάδας σε επίκεντρο μιας καθολικής καταστροφής. Σε κάθε περίπτωση, τον πόλεμο θα τον πληρώσουν πρωτίστως οι λαοί των δύο χωρών.
Με τα δεδομένα αυτά, καθήκον τόσο της Αριστεράς όσο και του συνόλου της πολιτικής ηγεσίας που θέλει να υπηρετήσει το εθνικό συμφέρον είναι να αποτρέψει τον πόλεμο και να βρει ένα πεδίο συνεννόησης, συμβιβασμού και, ει δυνατόν, συνεργασίας με την Τουρκία, μακριά από ψευδαισθήσεις ισχύος (λόγω συμμαχιών και δήθεν απομονωτισμού της Τουρκίας), εθνικιστικές κορόνες και παραληρήματα εθνεγερσίας. Στο πλαίσιο αυτό, ίσως θα πρέπει να αναζητηθούν λύσεις σε τρεις συμπληρωματικές κατευθύνσεις όπως είναι:
  • α. Η επίλυση της ανοιχτής πληγής του Κυπριακού ώστε, μεταξύ άλλων, να συμμετάσχουν και οι Τουρκοκύπριοι στην εκμετάλλευση της ΑΟΖ.
  • β. Η συμφωνία με την Τουρκία πως το Αιγαίο θα μείνει εκτός κάθε πεδίου εξόρυξης υδρογονανθράκων και εντός μιας συνδυασμένης και οικολογικά ισόρροπης τουριστικής αξιοποίησης (π.χ. οργανωμένες κρουαζιέρες σε νησιά Αιγαίου και μικρασιατικά παράλια).
  • γ. Η συμμετοχή της Τουρκίας στο ενεργειακό πρότζεκτ μπορεί να λάβει τη μορφή συνεπένδυσης στην αμφισβητούμενη από αυτήν περιοχή μεταξύ Κρήτης και Καστελόριζου, με την Ελλάδα π.χ. να διαθέτει την ΑΟΖ της και την Τουρκία τα γεωτρύπανα και τα ερευνητικά σκάφη.
Πρόκειται για ενδεικτικές προτάσεις ή σωστότερα για απλές σκέψεις σχετικά με την κατεύθυνση που, κατ’ εκτίμηση, οφείλει να λάβει ο ελληνοτουρκικός διάλογος, αφού ούτε ειδικός είμαι στη γεωπολιτική και τα ενεργειακά, ούτε είμαι σε θέση να γνωρίζω όλες τις παραμέτρους της ελληνοτουρκικής διένεξης. Θεωρώ, όμως, ότι οι συσχετισμοί έχουν αλλάξει σε βάρος της χώρας μας, η πολεμική απειλή είναι πραγματική και η Ελλάδα πρέπει, εκτός από αποφασιστικότητα, να επιδείξει ευελιξία και πνεύμα συνεργασίας για να αποτρέψει μια εθνική ή ευρύτερη καταστροφή.
Γιατί, τελικά, το ερώτημα το οποίο μας θέτει η Ιστορία και στο οποίο πρέπει να απαντήσουμε είναι: Τι είναι καλύτερο, η συμμετοχή στην αναζήτηση και η μοιρασιά με τον γείτονα ενός εικαζόμενου μελλοντικού φυσικού θησαυρού στα όρια της «αυλής» μας ή η καταστροφή του υπαρκτού θησαυρού του τόπου διαμονής μας στο όνομα δικαιωμάτων τυπικής όσο και αμφισβητούμενης ιδιοκτησίας;


Δεν υπάρχουν σχόλια: