Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2021

"Η εκδρομή αυτή δεν έχει τέλος" - Εκατόν είκοσι χρόνια από τη γέννηση του A. Εμπειρίκου / έγραψε η Χριστίνα Ντουνιά ("Εφημερίδα των Συντακτών, 31.10,2021)

 ...............................................................


"Η εκδρομή αυτή δεν έχει τέλος" - Εκατόν είκοσι χρόνια από τη γέννηση του A. Εμπειρίκου



 
έγραψε η Χριστίνα Ντουνιά ("Εφημερίδα των Συντακτών, 31.10,2021)


Ο Ανδρέας Εμπειρίκος, εισηγητής του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα, εξακολουθεί να προκαλεί συζητήσεις όχι τόσο για τη σημασία της ποίησής του όσο για την ελευθεριότητα της πεζογραφίας του. Ας δούμε ορισμένους σταθμούς αυτής της δημιουργικής πορείας που άφησε ισχυρό το αποτύπωμά της στη λογοτεχνία μας.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’20, ο γιος του εφοπλιστή Λεωνίδα Εμπειρίκου εργάζεται στις οικογενειακές επιχειρήσεις και θαυμάζει απεριόριστα τον Παλαμά, τον Ψυχάρη και τον Βενιζέλο. Ομως η σύγκρουσή του με τον πατέρα και η διαμονή του στο Παρίσι συντελούν σε μια θεαματική μεταστροφή που ορίζεται μέσα από τρεις δρόμους: την ψυχανάλυση, που τον λυτρώνει από το υπαρξιακό άγχος και τις μελαγχολικές του κρίσεις· τον μαρξισμό και την πίστη στην κοινωνική επανάσταση· τον υπερρεαλισμό που ολοκληρώνει την προσωπική και ποιητική του χειραφέτηση. Μέσα από αυτούς τους δρόμους οδηγείται στην «άνευ ορίων και άνευ όρων» ελευθερία που χαρακτηρίζει το έργο του.

Εως τα μέσα της δεκαετίας του ’30 ο Εμπειρίκος γράφει αλλά δεν δημοσιεύει. Εμφανίζεται στα ελληνικά γράμματα όταν έχει κάτι νέο να «κομίσει εις την τέχνην». Το 1935 στη διάλεξη Περί Σουρρεαλισμού θα μιλήσει για το υποσυνείδητο, την αυτόματη γραφή, το αντικειμενικά τυχαίο, τον Μπρετόν, τον Μαρξ και τον Φρόιντ. Είναι η χρονιά που κυκλοφορεί η Υψικάμινος. Το μικρό αυτό βιβλίο δεν έφερνε απλώς κάποια ανανέωση στη γνωστή έως τότε ποίηση, δημιουργούσε μια ουσιαστική ρήξη: υβριδικά πεζά ποιήματα, αναστάτωση του λογικού ειρμού, τολμηρή εικονοποιία, προκλητική χρήση της καθαρεύουσας. Και μόνο η Υψικάμινος αρκούσε για να εξασφαλίσει στον ποιητή μια θέση στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Φυσικά δεν έμεινε μόνο εκεί.


Στην Ενδοχώρα (1945), ενώ τα ποιήματα είναι γραμμένα την εποχή της Υψικαμίνου ο Εμπειρίκος δεν χρησιμοποιεί την αυτόματη γραφή και προτιμά μια μάλλον ήπια μικτή γλώσσα. Η αλλαγή βοηθά στη θετική της αξιολόγηση από κριτικούς διαφορετικών ιδεολογικών χώρων. Χωρίς να απομακρύνεται από το υπερρεαλιστικό όραμα του ποιητή, η συλλογή έχει δημιουργηθεί στο φως μιας συναισθηματικής αιθρίας, διατηρώντας μια μουσικότητα σχεδόν συμβολιστική. Κεντρικό της ποίημα το Στροφές στροφάλων, ένας ύμνος στη θάλασσα, την ελευθερία και τις αισθήσεις.

Το τρίτο βιβλίο του, Γραπτά ή Προσωπική μυθολογία (1960), αποτελείται από ανοιχτά αφηγηματικά κείμενα γραμμένα στη δεκαετία 1936-1946 με την εμπειρία του ψυχαναλυτή. Το «Αμούρ Αμούρ», αφιερωμένο στη Βιβίκα, και το «Γήπεδον», αφιερωμένο στη Μάτση, δείχνουν θαυμάσια τις εκφραστικές του δυνατότητες και ορίζουν την κομβική σημασία του έρωτα και του πόθου στη ζωή και την τέχνη του. Στην ενότητα «Πρόσωπα και έπη», ο αναγνώστης αιφνιδιάζεται με την ανατροπή του μύθου και την υπέρβαση των φροϊδικών ερμηνειών. Προβάλλει εδώ, προκλητικός και ελευθεριάζων, ο πεζογράφος/ψυχαναλυτής που θα σοκάρει το κοινό και θα διχάσει την κριτική με τον Μεγάλο Ανατολικό. Αυτά όμως πλέον θα συμβούν μετά τον θάνατό του.

Ουσιαστικά, και αυτό είναι το παράδοξο, ο Εμπειρίκος, ενώ γράφει συνεχώς, σταματά να εκδίδει βιβλία του. Λιγοστά κείμενά του εμφανίζονται σε περιοδικά νέων και φίλων, όπως το έργο Αργώ ή Πλους αεροστάτου που δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στο περιοδικό Πάλι (1964-5). Η δικτατορία της 21ης Απριλίου θα του δημιουργήσει βαριά κατάθλιψη, λέει ο γιος του Λεωνίδας, αγαπημένοι φίλοι του έχουν φύγει στο εξωτερικό. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Δημήτρη Καλοκύρη, που ως φοιτητής είχε αναλάβει την πρόσκληση, η συζήτηση στο Ποιητικό Εργαστήρι της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ (1973) θα τον ξαφνιάσει ευχάριστα. Είναι μια από τις λιγοστές δημόσιες εμφανίσεις του.

Η αρρώστια και ο θάνατος που τον βρήκε αμέσως μετά την πτώση της χούντας δεν του επέτρεψαν να προχωρήσει στην έκδοση συλλογών που είχε έτοιμες στο συρτάρι του. Η συγκλονιστική Οκτάνα, μια από τις σημαντικότερες συλλογές του εικοστού αιώνα, εκδίδεται το 1980, πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του, από τον Ικαρο. Πολλές και σημαντικές οι μεταθανάτιες εκδόσεις των έργων του, κυκλοφορούν τώρα από ςτις εκδόσεις Αγρα με τη φιλολογική επιμέλεια του Γιώργη Γιατρομανωλάκη.

Για ποιο λόγο ο Εμπειρίκος δεν ενδιαφερόταν για την έκδοση των έργων του; Οι λόγοι είναι σύνθετοι, αλλά θεωρώ ότι αυτό συμβαίνει κυρίως γιατί ο Εμπειρίκος αντιλαμβάνεται την αποστολή του ως μυητική και παιδευτική. Ισως είναι ο μόνος ποιητής που μαζεύει γύρω του σταθερά έναν κύκλο φίλων και ομοτέχνων του. Ο Ελύτης, ο Εγγονόπουλος και άλλοι μιλάνε για τον δοτικό, γενναιόφρονα φίλο τους, που έκρυβε καταζητούμενους στα χρόνια της Κατοχής, ενώ παράλληλα συγκέντρωνε κάθε Πέμπτη στο σπίτι του μια πολυπληθή παρέα που έβρισκε εκεί στέγη και τροφή, όχι μόνο πνευματική.

Ο Εμπειρίκος θα μπορούσε να είναι ο Ελληνας Μπρετόν, χωρίς την εξουσιομανία και την αυτοπροβολή του Γάλλου. Από αυτή την άποψη χαρακτηριστική είναι η κατάθεση του Νάνου Βαλαωρίτη: «Ο υπερρεαλισμός είχε κι αυτός εισδύσει στην ελληνική ζωή, χάρις στον Ανδρέα τον ίδιο φυσικά, τον πρωτοπόρο και πρωτεργάτη, όπως και σε μια ομάδα φίλων του που τους ηλέκτριζε: τον Οδυσσέα Ελύτη, τον Νικόλαο Κάλας, τον Νίκο Γκάτσο, τον Εγγονόπουλο και εμάς όλους, τον Σαχτούρη, τον Λίκο, τον Παπαδίτσα, τον Γονατά, τον Κακναβάτο, που μαζευόμασταν σπίτι του και διαβάζαμε έργα μας κατά καιρούς» (Ανδρέας Εμπειρίκος, Υψιλον 1989).

Μέσα από ποικίλες προσωπικές δοκιμασίες, παραμένοντας απεγνωσμένα αισιόδοξος, ο Εμπειρίκος θα οδηγηθεί σταδιακά στα κείμενα της Οκτάνας, αναφέρω ενδεικτικά: «Ο δρόμος», «Εις την οδόν των Φιλελλήνων» και το συνταρακτικό καρυωτακικό μνημόσυνο «Οταν οι Ευκάλυπτοι θροΐζουν στις αλλέες».

Ο Εμπειρίκος θαυμάζει την πληθωρική αισιοδοξία και τον υψιπετή λυρισμό του Σικελιανού, όπως φαίνεται καθαρά και στο ποίημα «Μέθεξις ή Ο Αγγελος Σικελιανός είναι δικός μας» (Η σήμερον ως αύριον και ως χθες, 1985), αλλά στην Οκτάνα κυριαρχεί θανάσιμα σαγηνευτικός ο «άσπρος άγγελος με τα κατάμαυρα πτερά». Εξάλλου εμπειρίκειο χαρακτηριστικό είναι η συνύπαρξη των αντιθέτων: εκρήξεις χαράς και κρίσεις μελαγχολίας, φως και σκοτάδι, ρομαντισμός και ρεαλισμός, υψηλό και χαμηλό. Στη δική του όμως οπτική ο υπερρεαλισμός μάς συμφιλιώνει με τις αντιφάσεις μας: από τους «Καταραμένους» ποιητές ώς τους δικούς του «Μπεάτους» οι αντιθέσεις αίρονται και οι αποστάσεις εκμηδενίζονται.

Ο Εμπειρίκος διατηρεί από τη θητεία του στον υπερρεαλισμό την απόλυτη δημοκρατία της δημιουργίας: ποιητική του πόθου, ποιητική των εικόνων, ποιητική του συναισθήματος, ποιητική της φύσης, τόποι, άνθρωποι, ζώα, μύθοι, τραγούδια, ψαλμοί, επιφωνήματα. Δεν υπάρχουν όρια ανάμεσα στον πεζό και τον ποιητικό λόγο, στη φαντασία και την πραγματικότητα, στη δημοτική και την καθαρεύουσα, στη ζωή και την τέχνη. Οταν αφεθούμε στη γοητεία του, βρισκόμαστε σ’ έναν κόσμο μαγικό, όπου το όνειρο και η πραγματικότητα παύουν να διίστανται, σ’ έναν κόσμο γεμάτο μουσική, χρώματα και εικόνες, που συνεχώς μεταμορφώνεται. Τελικά η ποίηση ανήκει σε όλους. Αυτό είναι το μάθημα του Εμπειρίκου και αυτό μπορούμε να κρατήσουμε σήμερα στη μάλλον αντιποιητική και σίγουρα νεοσυντηρητική μας εποχή:

Η ποίησις είναι ανάπτυξι στίλβοντος ποδηλάτου./
Mέσα της όλοι μεγαλώνουμε. Οι δρόμοι είναι λευκοί./
Τα άνθη μιλούν. Από τα πέταλά τους αναδύονται συχνά μικρούτσικες παιδίσκες./
Η εκδρομή αυτή δεν έχει τέλος/ 
«Ο Πλόκαμος της Αλταμίρας» (Ενδοχώρα).


*Ομότιμη καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: