Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2024

"Βραχυχρόνια κατοίκηση – Η μετατροπή κατοικίας σε επενδυτικό αγαθό" έγραψε ο Στρατής Βογιατζής* (tvxs.gr, 15.2.2024)

 ...............................................................


Βραχυχρόνια κατοίκηση – Η μετατροπή κατοικίας σε επενδυτικό αγαθό




έγραψε ο Στρατής Βογιατζής* (tvxs.gr, 15.2.2024)



«Καλύτερα το παλιό κάτι παρά το καινούριο τίποτα», έγραφε ένα σύνθημα σε τοίχο στα Eξάρχεια, συνοψίζοντας την αίσθηση του ατόμου της ύστερης νεωτερικότητας που περιφέρεται στα χαμένα, σε ένα χώρο που όλα έχουν μετακινηθεί από τη θέση τους αναζητώντας μάταια την παρηγοριά μιας οικείας αναφοράς.

«Παγιδευμένοι σε ένα παρελθόν που ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε βαδίζουμε προς ένα νεκρό μέλλον» γράφει ο Mark Fisher που βλέπει το στοίχειωμα ως μια εγγενής ιδιότητα του σύγχρονου ατόμου που πορεύεται υπνωτισμένα χωρίς έρμα προς ένα δυστοπικό αύριο.

Το άτομο σήμερα γράφει ο Chul Han, «είναι παγιδευμένο σαν χάμστερ μέσα σε ένα τροχό, γυρνάει διαρκώς γύρω από τον εκατό του, μέχρι εξουθενωμένο και εξαντλημένο να φτάσει στο άδειασμα, στην εκκένωση του εαυτού». Οι τόποι από την άλλη έχουν και αυτή την ίδια μοίρα με το υποκείμενο που τους κατοικεί. Έχουν απο-αφηγματοποιηθεί και έχουν γίνει μη- τόποι γράφει ο Μark Auze ή αλλιώς «παροδικοί τόποι», ανοιχτά πεδία ατέρμονης κινητικότητας, ένα playground διαθέσιμο 24/7 στις δίχως όρια επιθυμίες των σύγχρονων νομάδων. Η επιθυμία άλλωστε μετασχηματίζει το χώρο: τον αυλακώνει, τον λειαίνει, τον εξαναγκάζει να υποταχθεί. Ο τόπος σταδιακά γίνεται λιγότερο απτός, και ερμηνεύσιμος και περισσότερο θολός και ασύνορος. Η ψηφιοποίηση αποϋλοποιεί, εξαϋλώνει και τελικά απογυμνώνει την ουσιαστικότητα του κόσμου μας. Όλος ο κόσμος και ότι τον συναποτελεί μετατρέπεται σε ολόγραμμα, το οποίο διαπερνάμε χωρίς δυσκολία όντας οι ίδιοι φασματικές και αυλές παρουσίες. Μια σταδιακή αποσύνθεση παρατηρείται και όπως συμβαίνει στο μυθιστόρημα της Υoko Ogawa “The Memory Police” «στο τέλος παραμένουν ασώματες φωνές που αιωρούνται στον αέρα». Σε αυτούς τους άυλους τόπους άμεσης διαθεσιμότητας, δεν συναντούμε τον άλλον παρά μόνο τον εαυτό μας, τελώντας καθημερινά μια λιτανεία πεισματικής αυτοαναφορικότητας.


Η ζωή χωρίς διάρκεια και συνοχή κατακερματίζεται πλέον σε αποσπάσματα μιας χρήσης, τα οποία καταναλώνουμε βουλιμικά και ανακυκλώνουμε ώστε να τα επαναχρησιμοποιήσουμε στη συνέχεια με διαφορετικό περιτύλιγμα. Η επαναληπτικότητα της χρήσης μετατρέπεται σε θρησκευτική τέλεση: μια εμμονική προσευχή για την επίκληση ενός αυτοαναφορικού θεού. Έχοντας απολέσει την αίσθηση ότι ανήκουμε σε κάποιο ιστορικό χρόνο παραπατάμε όπως οι ανοϊκοί σε ένα αχαρτογράφητο χώρο χωρίς σημάνσεις και σταθερές.


Σε μια ρευστή κινούμενη άμμο, καλούμαστε να χτίσουμε τις ζωές μας, να αρμολογήσουμε τις σχεδίες μας για ένα αβέβαιο μέλλον. Οι τουρίστες, οι ψηφιακοί νομάδες και τα υβριδικά, υπερεθνικά φαντασιακά που αυτές οι παροδικές κοινότητες ενσαρκώνουν συνθέτουν ένα διαφορετικό εθνοτοπίο (ethnoscape) σύμφωνα με τον Appadurai που απορυθμίζει τον υφιστάμενο «στατικό τόπο», τον ρευστοποιεί συμβάλλοντας σε μια συγκεχυμένη αίσθηση του κόσμου που μας περιβάλει.

Τα νέα εθνοτοπία γράφει μας επιτρέπουν να αναγνωρίσουμε ότι οι έννοιες του χώρου, του τόπου και της κοινότητας έχουν γίνει εξαιρετικά πολύπλοκες, και ότι μια «ενιαία κοινότητα» μπορεί πλέον να είναι διασκορπισμένη σε μια ποικιλία τόπων.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον ακραίας αστάθειας σείονται όπως είναι φυσικό τα θεμέλια της παραδοσιακής κατοικίας. Τα σπίτια δεν είναι πια εστίες θαλπωρής και ασφάλειας αλλά πρόσκαιρες κατοικίες που απευθύνονται σε παροδικούς ανθρώπους που δεν αφήνουν ίχνη. Οι ενοικιαστές αυτών των «κατοικιών» δεν προτιμούν μακροπρόθεσμα μισθωτήρια καθώς κατοικούν σε στιγμιαία παρόντα και οι ίδιοι ενδιαιτώνται σε ένα βραχυπρόθεσμο εαυτό. Οι κατοικίες σταδιακά μεταμορφώνονται σε σκηνικά που φιλοξενούν τις παραστάσεις περιπλανώμενων ηθοποιών που ανεβάζουν διαρκώς το ίδιο έργο. Ποιος άλλωστε μπορεί να αρνηθεί ένα ρόλο σε μια ραμπελιανή γκροτέσκα παράσταση ναρκισσιστικού παραληρήματος που ενσαρκώνει το πνεύμα της εποχής;

Η Αθήνα την ίδια στιγμή μεταμορφώνεται σε μια υπέροχη πόλη χωρίς… μόνιμους κατοίκους. Οι θιασώτες της βραχυχρόνιας κατοίκησης φτιασιδώνουν την πόλη, τοιχοκολλώντας από άκρη σε άκρη μια κιτς ταπετσαρία του ΕΟΤ προς τέρψιν των επισκεπτών της: μια ξαπλώστρα που κοιτάει στο υπαρξιακό κενό του απέραντου γαλάζιου και λούζεται από το ελληνικό φως – άσχετο αλλά έχετε ακούσει πότε κάποιον Ισπανό να χρησιμοποιεί την έκφραση «ισπανικό φως»; Τα κουρεία γίνονται μπιστρό με γκουρμέ συνταγές, τα καφενεία χισπστεράδικα θεματικά καφέ, οι βιοτεχνίες του κέντρου μπουτίκ χοτέλ και μια αισθητική αποστειρωμένης θετικότητας επιβάλλεται βίαια στη πόλη. Εξευγενισμός άλλωστε δεν είναι παρά μια πρακτική ομογενοποίησης των αντιθέσεων, μια μάσκαρα που εξαφανίζει τις κακοτοπιές ενός κουρασμένου προσώπου: τι και αν το πρόσωπο είναι ψεύτικο αυτό που εκπέμπει είναι θελκτικό.

Εν τω μεταξύ οι ντόπιοι εκτοπίζονται, μετατρέπονται σε αποσυνάγωγους, γκαρσόνια ή γραφικούς κομπάρσους μιας τουριστικής παραφερνάλιας.

Εμφορούμενοι από μια νοσταλγία του παρελθόντος αναζητούμε απεγνωσμένα τη αίσθηση της γειτονίας, το ρίζωμα, την αλληλεγγύη, τα δίκτυα, την ανάμνηση ενός «οικείου χώρου». Οι κάτοικοι στο Μεταξουργείο, στα Εξάρχεια και σε άλλες γειτονιές που ξεσπιτώνονται καθώς τα ενοίκια έχουν πάει στο Θεό, διεκδικούν το αυτονόητο: πρόσβαση στο βασικό και αναφαίρετο δικαίωμα της στέγασης. Ενεργοί πολίτες συνασπίζονται, οργανώνονται, συντάσσουν μελέτες, καλούν σε συνελεύσεις και πορείες- ακόμα και κηδείες- μελετούν παραδείγματα άλλων πόλεων που αντιστάθηκαν και αντιτίθενται στη μετατροπή κατοικίας σε επενδυτικό αγαθό. Την ίδια στιγμή ενσαρκώνοντας το παραλογισμό της νεωτερικότητας νοικιάζουμε τα σπίτια μας σε τουρίστες, βαδίζουμε πλάι πλάι σε πορείες μαζί τους, διεκδικούμε από κοινού φρένο στην τουριστικοποίηση.

Δεν υπάρχει κάτι καθαρό και ορθόδοξο άλλωστε: είμαστε όλοι μπάσταρδα μιας εποχής χωρίς μνήμη. Στον κβαντικό αχταρμά της εποχής άλλωστε που όλοι τον πλάθουμε με τα χεράκια μας είμαστε ταυτόχρονα επαναστάτες και κομφορμιστές, άθεοι και θρησκόληπτοι, παραβάτες και νομοταγείς. Είναι πιθανόν οι διεκδικήσεις αυτές να έχουν αποτέλεσμα, καθώς αφορούν το σύνολο του πληθυσμού ανεξάρτητου ιδεολογικών πεποιθήσεων, όπως συνέβη στη Πορτογαλία όπου οι πιέσεις της κοινωνίας των πολιτών ανάγκασε την κυβέρνηση να βάλει φρένο στις golden visa και να θέσει περιορισμούς στον υπερθυρεοειδισμό του Αirbnb. Κατά πόσον όμως μπορεί να αλλάξουν την προεγγεγραμμένη πορεία του ατόμου σήμερα προς το gentrification της ύπαρξης του μένει να φανεί. Άλλωστε μας λέει ο Fisher είναι πιο εύκολο να φανταστούμε το τέλος του κόσμου παρά το τέλος του καπιταλισμού.


*Σημείωση: Σκηνοθέτης – Ανθρωπολόγος

Δεν υπάρχουν σχόλια: