.............................................................
"Ψάρι αδέσποτο"
διήγημα του εκπαιδευτικού, ποιητή και φίλου Κώστα Μοναστήρα ( https://www.fractalart.gr, 30.3.2022)
Στο Αγκίστρι οι διακοπές, εκεί το εξοχικό, με τον σκύλο και τη γάτα και τα παιδιά, που σέρνανε τους γονείς τους στις διακοπές… και τους βγάζανε από τα κλουβιά τους.
Εμείς, τα παιδιά, υιοθετήσαμε ένα αδέσποτο… ψάρι.
Ερχότανε σαν μπαίναμε στο νερό. Του κρατάγαμε το πεταμένο σουβλάκι από τη νύχτα, τη χορτάτη, την μπαγιάτικη (τα σιάχνει το νερό τα μπαγιάτικα κρέατα και τα ψωμιά από το σουβλάκι).
Κούναγε την ουρά του κι ερχόταν κοντά μας. Μεγαλούτσικο, σαν την παλάμη μας.
Μας περίμενε, αφού κλείναμε την πόρτα της στεριάς και μπαίναμε στο σπίτι της θάλασσας. Βάζαμε τα χέρια στο νερό, τα κλείναμε και φώλιαζε μέσα τους(το φυλακίζαμε μες στην αγάπη μας). Ένα μικρό (σκυλο)ψαράκι.
Τρύπωνε τις νύχτες κάτω από τον βράχο, εκεί είχε φτιάξει το τσαρδί του.
Το πρωί το ξυπνάγαμε. Βουτάγαμε από τον βράχο και του ανακατώναμε το σπίτι (ότι μας γαύγιζε δεν θα το πεις).
Κάποιες φορές έπαιρνε δύναμη, από τα κάτω, και πεταγότανε απάνω. Να πιαστεί στον βράχο μας, να βουτήξει κι αυτό. Περίεργος δύτης, να κρατήσει την ανάσα του μέχρι τα πάνω, αλλά όλοι το κάνουν αυτό. Αυτός (γιατί το κάναμε αγόρι δεν ξέραμε, ίσως γιατί πιότερο στα κορίτσια τριβότανε) έπαιρνε την ανάσα κάτω, και πάνω ανέβαινε.
Του βάλαμε και “λουρί”, το αγκίστρι. Τον πηγαίναμε βόλτες. Ένα σκοινί, μια θηλιά και στο τέλος τους λίγο κρέας και ένα κόκαλο βγαλμένο (από τον χτεσινό εθνικό ύπνο).
Τον τραβάγαμε βαθιά. Σαν κουραζόμασταν ο ένας έδινε τη βόλτα στην άλλη, η άλλη στον άλλον. Σαν κουραζότανε αφήναμε τη θηλιά ακίνητη, για να φάει. Το φαγί πάντα μάς φέρνει πιο κοντά, το φαγί και ο έρωτας. Έρωτας, έτσι τον είπαμε, Έρωτας .
Ο Έρωτας κράτησε μέχρι τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου. Σα μεγάλωσε ο Αύγουστος έγινε Σεπτέμβριος. Ο όγδοος έγινε ένατος. Μεγάλωνε ο χρόνος, μίκραινε ο χρόνος μας μαζί του, μαζί με τον Έρωτα. Μετά αγαπήσαμε κάποιες τσάντες, κάποια τετράδια— ίσως—, τον συμμαθητή, τη συμμαθήτρια, τις εξετάσεις…για το πανεπιστήμιο. Ξεχάσαμε τον Έρωτα, αφήσαμε τον βράχο να τον τρώει το κύμα ̇ πάρτι, ματιές, τα σκυλιά μας, οι γάτες μας, τα δεσποζόμενα παντός τύπου και παντός καιρού τον άφησαν να ξεχαστεί… Στον βράχο αφήσαμε τα ονόματά μας, να τα σβήσει, κι αυτά, το κύμα, ο καιρός. Θα τα ανάβαμε του χρόνου, σα σβήνανε ̇ σπρέι, φωνές, κάψες θα τα ανάβανε.
Το ψαράκι έχασε το ψωμί του, το κρεατάκι του, τις βόλτες του με το λουρί. Αδέσποτο. Ίσως να παίρνει μιαν ανάσα κάτω, και μετά να ανεβαίνει, να βγαίνει έξω και να κρατάει την ανάσα του. Να ρίχνει μια ματιά έξω και να φεύγει για τα βάθη. Εμείς πάντως το υιοθετήσαμε · κακοί γονείς, όπως οι περισσότεροι. Το μαθαίναμε να ζητάει τα περισσότερα και το αφήναμε στα ελάχιστα.
* Ο Κώστας Μοναστήρας είναι άνθρωπος με δυνατότητες και αδυναμίες. Λατρεύει τις μικρές ώρες και απεχθάνεται τις μεγάλες. Η μια πλευρά του προσώπου του είναι βουνίσια, η άλλη θαλασσινή. Πέρσι εκδόθηκε η πρώτη ποιητική συλλογή του (Ηλιοτριβείο-εκδόσεις Libron).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου