..............................................................
Γ.Σαραντάρης και Μελισσάνθη: ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Ο ποιητής Γιώργος Σαραντάρης ήταν ανάμεσα σ' αυτούς που ξεκίνησαν για να πολεμήσουν εναντίον των Ιταλών στο μέτωπο της ελληνοαλβανικής. Ο Σαραντάρης και σε όλη του τη βραχύχρονη ζωή του παρέμεινε παντελώς αγύμναστος. Το μόνο που γνώριζε ήταν να διαβάζει αδιαλείπτως και να γράφει ακατάπαυστα ποιήματα και φιλοσοφικούς στοχασμούς. Είχε αυξημένο βαθμό μυωπίας, κάτι που τον εμπόδιζε να χειριστεί σωστά το όπλο, που ούτως η άλλως δυσκολευόταν να σηκώσει μαζί με τον βαρύ γυλιό του. Αυτός ο αδύναμος, αγύμναστος και μύωπας ποιητής επελέγη να επιστρατευθεί μετά τον τορπιλισμό της Έλλης και να σταλεί στα σύνορα, για να αντιμετωπίσει μαζί με όλους τους άλλους Έλληνες τον στρατό της φασιστικής Ιταλίας (δεν θα αντέξει τις σκληρές συνθήκες του πολέμου και της πρώτης γραμμής και ούτε θα μπορέσει να προσαρμοστεί στην ομαδική ζωή του στρατού. Θα αρρωστήσει βαριά εξαιτίας των κακουχιών και θα επιστρέψει στην Αθήνα όπου θα πεθάνει σε ιδιωτική κλινική στις 26 Φεβρουαρίου του 1941)
«…Κάπου ο κίνδυνος είναι μεγάλος
Όμως αυθόρμητα τραβάμε ίσια
Προχωρούμε όχι πια μέσα στη μουσική
Αλλά μέσα στο θάνατο
Κι ο δρόμος μας δεν έχει τέλος» (από τη συλλογή Στους φίλους μιας άλλης χαράς, 1940)
Τον Ιανουάριο του 1941 ο Σαραντάρης νοσηλεύεται στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων. Από εκεί αλληλογραφεί με την ποιήτρια Μελισσάνθη.
20-1-1941 Αγαπητή μου φίλη,
Νοσηλεύομαι από βρογχίτιδα εδώ και λίγες μέρες. Δεν κατέχω, αν θα μείνω λίγο ή πολύν καιρό. ή αν ύστερα θα πάρω άδεια να έρθω στην Αθήνα ή όχι. Σ' ευχαριστώ, αν και πολύ καθυστερημένα, για τα γράμματά σου, που μου έκαναν πολύ καλό σε στιγμές που ένοιωθα τον εαυτό μου ολομόναχο.
Θα 'θελα να σ' έβλεπα, να κουβεντιάσω μαζί σου. Άλλοτε έκανες λάθος μεγαλώνοντας άλλους στα γράμματά σου, αυτή τη φορά έκανες λάθος μεγαλώνοντας εμένα. Αλλά, ας ελπίσουμε ν' ανταμώσουμε γρήγορα ο ένας τον άλλο, να σφίξουμε τα χέρια μας, ας ελπίσουμε πως θα έχουμε υγεία.
Στρατ. Σαραντάρης Γεώργιος
Νοσοκομείον "Παιδαγωγικής Ακαδημίας"
Ιωάννινα
(η επιστολή έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό Ευθύνη, τχ. 234 Ιούνιος 1991)
Λέγεται ότι ο Σαραντάρης και η Μελισσάνθη είχαν ερωτική σχέση. Ερωτευμένος με την ποιήτρια Μελισσάνθη θα διακηρύξει πολλές φορές την πίστη του στον αδιαπραγμάτευτο έρωτα: «Γιατί τον είχαμε λησμονήσει»
Μπορεί ένας από μας ν΄αγαπήσει μια γυναίκα;
Ας βγεί έξω
Ας περπατήσει προς τη θάλασσα
Από τα κύματα θ’ανθίσουν οι γυναίκες
Όχι μονάχα για κείνον που τραγουδά
Αλλά για όλους μας
Όλοι θα μάθουμε ξανά τον έρωτα
Σαν να μην τον ξέραμε ποτέ
Σαν να τον είχαμε λησμονήσει
Γιατί τον είχαμε λησμονήσει.
Η υγεία του χειροτέρεψε στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων. Ο Σαραντάρης επέστρεψε σχεδόν ετοιμοθάνατος από το μέτωπο στην Αθήνα με αναρρωτική άδεια. Νοσηλεύτηκε σε μία ιδιωτική κλινική όπου τον επισκέπτονταν συγγενείς και φίλοι. Η Μελισσάνθη πήγαινε με άλλους λογοτέχνες και τον έβλεπαν καθημερινά πριν τον θάνατό του και διηγείται πως μια μέρα της είπε: "Είδα τον άλλο χώρο! Υπάρχει. Πρέπει να εξαγνιστούμε για να γίνομε άξιοι αυτής της άλλης ζωής, Μελισσάνθη!".-
Στο πλευρό του η Μελισσάνθη μέχρι το τέλος του και από την επόμενη μέρα άρχισε να τον μνημονεύει- με τον οφειλόμενο σεβασμό- σε έντυπα της εποχής. Η μαρτυρία της δίνει την τελευταία εικόνα του ποιητή: «αποσαρκωμένος σαν βυζαντινός άγιος», «άνθρωπος κάποιου άλλου κόσμου».
Ο φίλος του Σαραντάρη Νικηφόρος Βρεττάκος έγραψε: «Ήρθε ο πόλεμος του ’40. Εγώ έφυγα από τους πρώτους. Βρέθηκα στα Ελληνο – Αλβανικά σύνορα με την έναρξη του πολέμου. Χάσαμε κάθε επαφή ο ένας με τον άλλο. Αργότερα, δε θυμάμαι ποια ακριβώς ημερομηνία, ήρθε ένα γράμμα από τη Μελισσάνθη π άνω στα βουνά που βρισκόμουνα. Έλεγε πως ο Σαραντάρης ήταν βαριά άρρωστος.Έχοντας συλλάβει με την απόσταση και τον καιρό την πνευματική του αξία ένοιωσα φοβερή συγκίνηση. Έγραψα ένα γράμμα για τον ίδιο στη Μελισσάνθη παρακαλώντας να πάει στο νοσοκομείο να του το δώσει. Έλαβα την απάντησή της: <Έλαβα το γράμμα σου αλλά ο φίλος μας πέθανε. Πήγα και του το διάβασα στον τάφο»
Πέρασαν αρκετές δεκαετίες ώστε ο Σαραντάρης να βρει τον δρόμο του ανάμεσα στους αναγνώστες και τους νεότερους ποιητές. Οι φιλολογικές μελέτες, οι ανθολογίες, τα κριτικά κείμενα γύρω από το έργο του αυξάνονται γεωμετρικά, παρ’ όλ’ αυτά. Και το πιο σημαντικό σ’ αυτή τη συζήτηση κατατίθεται από τον ίδιο: «Τα κύματα είναι οι ψυχές των ανθρώπων που αληθινά δεν πεθαίνουν, δηλαδή οι ψυχές όλων των ανθρώπων της γης, που πραγματικά τραγουδάν, όταν σωπαίνει ο ήλιος. Δεν πεθαίνουν οι άνθρωποι, δεν πεθαίνουν τα κύματα, όποιους κοιτάζει τα κύματα ξεχνάει και τούτο ακόμα, πως κάποτε φαινομενικά θα πεθάνει».
Ποίηση Γιώργος Σαραντάρης
Μουσική Μάνος Χατζιδάκις
Ερμηνεία Φλέρυ Νταντωνάκη
Ποιος είν’ τρελός από έρωτα;
Ας κάνει λάκκους την αυγή.
να πάμε εκεί να πιούμε
την βροχή.
Μια που εμείς σε όποια
στέγη αράξουμε, σε όποια
αυλή, ο άνεμος χαλνάει
τον ουρανό, τα δέντρα
κι η στείρα γη
μέσα σε μας βουλιάζει.
Ποιος είν’ τρελός από έρωτα;
Ας κάνει λάκκους την αυγή.
να πάμε εκεί να πιούμε
την βροχή.
Μια που εμείς σε όποια
στέγη αράξουμε, σε όποια
αυλή, ο άνεμος χαλνάει
τον ουρανό, τα δέντρα
κι η στείρα γη
μέσα σε μας βουλιάζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου