Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2022

Από το αφήγημα του Τζόζεφ Κόνραντ (1857-1924) «Έιμι Φόστερ» (μτφ. Μιχάλης Μακρόπουλος, εκδ. Ποικίλη Στοά, 2017). Αποσπάσματα...

 ..............................................................



           Τζόζεφ Κόνραντ (1857 - 1924)




·       Από το αφήγημα του Τζόζεφ Κόνραντ (1857-1924) «Έιμι Φόστερ» (μτφ. Μιχάλης Μακρόπουλος, εκδ. Ποικίλη Στοά, 2017)

 

Σελ. 29-30

«…Αργά το βράδυ ο Κένεντι, αποτινάσσοντας τη βαρυθυμία που τον είχε κυριέψει, ξανάπιασε την ιστορία. Καπνίζοντας την πίπα του, βημάτιζε στο μακρύ δωμάτιο από τη μια άκρη ως την άλλη. Μια λάμπα ανάγνωσης έριχνε όλο της το φως στα χαρτιά πάνω στο γραφείο του· και, καθισμένος στο ανοιχτό παράθυρο, μετά την καυτή άπνοια της μέρας, έβλεπα τη θαμπή θάλασσα ν’ απλώνεται με ψυχρή μεγαλοπρέπεια, ασάλευτη, κάτω απ’ το φεγγάρι. Κανένας ψίθυρος, κανένα φλοίβισμα ή ανάδεμα των βότσαλων, κανένα βήμα ή αναστεναγμός δεν ακουγόταν από τη γη από κάτω – ούτε ένα σημείο ζωής, πέρα από τη μυρωδιά του γιασεμιού· και η φωνή του Κένεντι, που μίλαγε πίσω μου, περνούσε μέσ’ απ’ το φαρδύ παράθυρο και χανόταν έξω, μέσα στην ψυχρή θεσπέσια σιγαλιά.

   «Οι συγγενείς ναυαγών τον παλιό καιρό μάς λένε για μαρτύρια και βάσανα. Συχνά οι ναυαγοί γλίτωναν τον πνιγμό μόνο και μόνο για να βρουν άθλιο θάνατο από την πείνα σε μια έρημη ακτή· άλλοι πέθαιναν βίαια ή σκλαβώνονταν και ζούσαν χρόνια ολόκληρα μια επισφαλή ζωή με ανθρώπους για τους οποίους η ξενότητά τους ήταν αντικείμενο καχυποψίας, αντιπάθειας ή φόβου. Διαβάζουμε για τούτα τα πράγματα – κι είναι πολύ οικτρά. Πράγματι, είναι σκληρό για έναν άνθρωπο να βρίσκεται κάπου που οι άλλοι δεν τον καταλαβαίνουν, σε μια άγνωστη γωνιά της γης, ξένος και χαμένος, αβοήθητος, με μυστηριώδη καταγωγή. Ωστόσο, μεταξύ όσων αναζήτησαν μια καλύτερη τύχη και βρέθηκαν ναυαγισμένοι σ’ όλους τους αγριότοπους του κόσμου, δεν υπάρχει ούτε ένας, μου φαίνεται, που να αναγκάστηκε ποτέ να υποφέρει μια μοίρα τόσο τραγική όσο αυτός για τον οποίο μιλώ, ανάμεσα στους κυνηγούς της περιπέτειας ο πιο αθώος, που η θάλασσα τον έριξε στην παγίδα αυτού του κόλπου, σ’ ένα σημείο που φαίνεται από τούτο δω το παράθυρο…»

         Σελ. 60-61

   «…Η ξενότητά του είχε αφήσει πάνω του την ιδιόμορφη κι ανεξίτηλη βούλα της. Τελικά οι άνθρωποι συνήθισαν να τον βλέπουν. Όμως ποτέ δεν συνήθισαν τον ίδιο. Η γρήγορη πηδηχτή περπατησιά του· η σκούρα επιδερμίδα του· το καπέλο του που ήταν γερτό στο αριστερό αφτί· το συνήθειό του τις ζεστές βραδιές να φοράει το σακάκι στον έναν ώμο σαν ντουλαμά ουσάρου· ο τρόπος που πηδούσε πάνω από τους φράχτες όχι ως επίδειξη σβελτάδας αλλά με φυσικότητα όπως πορευόταν – όλες αυτές οι παραξενιές ήταν, όπως θα έλεγε ίσως κάποιος, αιτίες περιφρόνησης και προσβολής για τους κατοίκους του χωριού. Εκείνοι την ώρα του φαγητού δεν θα ξάπλωναν ανάσκελα στο γρασίδι και θα κοιτούσαν τον ουρανό. Ούτε γυρόφερναν στους αγρούς σκούζοντας καταθλιπτικές μελωδίες. Πόσες φορές δεν είχα ακούσει τη φωνή του, με τον ψηλό της τόνο, από πίσω από την κορυφή μιας πλαγιάς όπου βοσκούσαν πρόβατα· μια φωνή που υψωνόταν ανάλαφρη σαν του κορυδαλλού μα με μια μελαγχολική ανθρώπινη νότα, πάνω απ’ τους αγρούς μας που ακούν μονάχα το τραγούδι των πουλιών. Και ξαφνιαζόμουν κι ο ίδιος. Αχ! Ήταν διαφορετικός: μ’ αθώα καρδιά και γεμάτος καλή θέληση που κανένας δεν την ήθελε, αυτός ο ναυαγός που ήταν σαν άνθρωπος μεταφερμένος σ’ άλλον πλανήτη και τον χώριζε ένα απέραντο διάστημα από το παρελθόν του και μια απέραντη άγνοια από το μέλλον του. Η ευερέθιστη και παθιασμένη ομιλία του σκανδάλιζε τους πάντες. «Ευερέθιστο διάβολο» τον αποκαλούσαν…»    

         Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

   «Απ’ όλες του τις ιστορίες είναι η πιο θλιβερή», έγραψε ο Έντουαρντ Σαΐντ για την «Έιμι Φόστερ». Πράγματι, είναι μια σπαραχτική ιστορία για την απόλυτη αθωότητα – τόσο απόλυτη, που μόνο με απλότητα μπορεί να μιλήσει γι’ αυτήν. Ο Γιάνκο, ο ναυαγός που ως το τραγικό του τέλος παραμένει πεντάξενος στον άξενο τόπο όπου τον έριξε η μοίρα, είναι αθώος ως τα τρίσβαθά του, περισσότερο κι από παιδί – από τα παιδιά που τον παίρνουν στο κατόπι και τον κοροϊδεύουν. Κάτω από τα ξενικά του ρούχα κι από το δέρμα του, που ‘ναι φτιαγμένο για τον ήλιο ενός άλλου τόπου, φοράει κατάσαρκα τη μοναξιά του – κι αυτή την ξεχωριστή αξιοπρέπεια που η μοναχικότητα χαρίζει στον άνθρωπο.








Δεν υπάρχουν σχόλια: